Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

Κύπρος στην εποχή της προπαγάνδας

 
Από πότε μετρά ως πρόβλημα το Κυπριακό; Θέτουμε το ερώτημα, γιατί πίσω από την απάντησή του κρύβεται -κι ας ακουστεί αυτό βαρύγδουπο- ο βαθμός δημοκρατικότητας της κοινωνίας μας, το επίπεδο της γνώσης μας και ακόμα η πολιτική μας ανάλυση και διάθεση να προχωρήσουμε με ειλικρίνεια στην επίλυση του προβλήματος.   

Τα ερωτήματα που θέτει ο ιστορικός ή και ο κάθε πολίτης προσπαθώντας να κατανοήσει το ιστορικό του παρελθόν, όπως έλεγε ο μακαριστός καθηγητής μου Νίκος Σβορώνος, «είναι κατά κάποιον τρόπο προέκταση των ερωτημάτων που θέτει η ίδια η εποχή του». Το παρελθόν δεν έχει φωνή να μιλήσει από μόνο του, «απαντά όμως σε ερωτήματα που θέτει ο καθένας ανάλογα με τη συνείδηση που διαθέτει». Μαγική αυτή η ελληνική λέξη, «συνείδηση». Μπορεί να σημαίνει τη γνώση που έχει κάθε άνθρωπος για τον εαυτό του και για τους άλλους. Είναι η γνώση της ψυχικής δραστηριότητας του καθενός, αυτό που μπορεί ο καθένας να προσλάβει με τον νου του σε διαστολή με το ασυνείδητο. Ακόμα, μπορεί να είναι η συναίσθηση (εθνική ή ταξική) και, τέλος, η δυνατότητα της σύλληψης της ηθικής ή της ανήθικης διάστασης των πραγμάτων.

            
Με λίγα λόγια, με οδηγό πάντα τη συνείδησή μας, το παρόν όχι μόνο βοηθά στην εξήγηση και την κατανόηση του παρελθόντος, αλλά μπορεί να κάνει κάτι περισσότερο. «Ο βαθμός της πληρότητας της αναπαράστασης του παρελθόντος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ερωτήματα του παρόντος». Αν είσαι ιστορικός, κρίνεται η επιστημονική σου επάρκεια. Αν είσαι πολίτης, κρίνεται η πολιτική σου παιδεία.



Ε/Κ vs Τ/Κ

            
Ακούμε καθημερινά στο σύνολό της την ε/κ πολιτική ηγεσία να δείχνει ότι έχει θέσει τα ερωτήματα και ότι έχει πάρει όλες τις απαντήσεις. Σύμφωνα με τη συνείδησή της, άραγε; Πότε ξεκίνησε να μετρά ως πρόβλημα το Κυπριακό; Οι πολιτικοί μας, αλλά και όλοι εμείς, το ορίζουμε ημερολογιακά μέσα από τις πρώτες λέξεις που εκφέρουμε, ακόμα και όταν διαφωνούμε με τον τρόπο προσέγγισης:
  • Σαράντα ένα χρόνια από την εισβολή και την κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία, έφτασε η ώρα της επανένωσης της χώρας μας.
  • Σαράντα ένα χρόνια μετά την εισβολή και την κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι ήρθε για να μείνει με στόχο την τελική κατάληψη της χώρας μας.

           
Για τους Τ/Κ βέβαια η καταμέτρηση είναι εντελώς διαφορετική. Αν ακούσεις είτε έναν Τ/Κ που θέλει λύση είτε κάποιον που δεν θέλει λύση, το ημερολόγιο του προβλήματος πάει πίσω δέκα χρόνια. Αυτοί μιλούν για 51 χρόνια κρίσης στο Κυπριακό, δηλαδή από τη στιγμή που αποχώρησαν ή εξαναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από την Κυπριακή Δημοκρατία, της οποίας ήταν συνιδρυτές το 1960 με τις συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου.



Σημειολογία


            
Οι ημερομηνίες και τα χρονολόγια, εν ολίγοις, τα αδιαμφισβήτητα κιτάπια της Ιστορίας, πάντα έχουν τεράστια σημασία στη διαμόρφωση ενός εθνικού αφηγήματος.

            
Τα σαράντα ένα χρόνια για τους Ελληνοκυπρίους δείχνουν την άρνησή τους να δεχθούν έστω να εξετάσουν το παρελθόν τους, πολύ δε περισσότερο να θέσουν τα σωστά ερωτήματα τα οποία θα τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν το παρόν. Η υποκρισία αυτή -γιατί περί υποκρισίας πρόκειται- φάνηκε σε όλο της το μεγαλείο, όταν όλοι έπεσαν ως λύκοι να κατασπαράξουν τον Αμερικανό πρέσβη πριν από μερικές βδομάδες, όταν επιχείρησε να διατυπώσει το αυτονόητο: ότι δηλαδή το Κυπριακό δεν ξεκινά από το 1974, αλλά από το 1964, εξ ου και το ψήφισμα 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας, ο βομβαρδισμός της Τηλλυρίας από την Τουρκία, η κάθοδος του ΟΗΕ για πρώτη φορά στην Κύπρο και οι διακοινοτικές συνομιλίες Κληρίδη - Ντενκτάς μέχρι το 1974. Αν αυτά παραγνωρίζονται, και αν η Ιστορία ξεκινά για μας από την 20ή Ιουλίου 1974, τότε το Κυπριακό είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής, υπάρχει ένας θύτης και ένα θύμα, και ναι, ολόκληρη η διεθνής κοινότητα συνωμοτεί εναντίον μας, γιατί διακατέχεται από φιλοτουρκικά αισθήματα.

            
Οι Τ/Κ επιμένουν ότι το πρόβλημά μας δεν έχει ηλικία 41, αλλά 51 χρόνια, και έχουν απόλυτο δίκαιο. Μας ζητούν να το αντιμετωπίσουμε, αναγνωρίζοντας επίσης κάτι αυτονόητο για αυτούς: ότι είναι συνιδρυτές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ως εκ τούτου, όταν ζητούν σήμερα την πολιτική τους ισότητα δεν μας ζητούν χάρες και παραχωρήσεις, αλλά διεκδικούν ένα συνταγματικό τους δικαίωμα. Βεβαίως κι αυτοί Κύπριοι είναι, οπότε δεν παύουν να είναι εξίσου καλοί υποκριτές, ερμηνεύοντας την ιστορική τους πορεία κατά το δοκούν και συμφέρον. Ίσως γιατί φοβούνται ή ντρέπονται ή δεν έχουν την παιδεία να θέσουν τα καυτά ερωτήματα.

  • Για μεγάλο αριθμό Τ/Κ, η τουρκική εισβολή ήταν «ειρηνευτική επιχείρηση». Μεταξύ μας, θα ήταν ειρηνευτική αν στις 20 Ιουλίου κατόρθωνε να φέρει πίσω τον Μακάριο και αν τον έβαζε στο ίδιο τραπέζι με τον Ντενκάς, ούτως ώστε να αρθεί η ανωμαλία που προέκυψε με τα γεγονότα του 1963 αλλά και το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974. Δεν το έκανε, όμως, με αποτέλεσμα η φερόμενη ειρηνευτική επιχείρηση να μετατραπεί σε κατοχή και εθνικό ξεκαθάρισμα 150.000 Ε/Κ από τις εστίες τους.
  • Μετά το 1974, ο Ντενκτάς συζητούσε επισήμως για λύση του Κυπριακού, με την ε/κ πλευρά να έχει αποδεχτεί να πληρώσει ως τίμημα την αποδοχή ομοσπονδίας μέσα από τις συμφωνίες που υπέγραψε με τους Μακάριο και Κυπριανού το 1977 και το 1979. Το 1983, όμως, δείχνοντας την κακή πίστη του ιδίου και της Τουρκίας, προχώρησε στην ανακήρυξη της λεγόμενης ΤΔΒΚ. Εν ονόματι της προστασίας των Τ/Κ από τον εξανδραποδισμό, διενήργησε μια τεράστια κλοπή περιουσιών.



Σήμερα

Εν έτει 2015, τα τρέχοντα ιστορικά αφηγήματα αποτελούν το παραμύθι της πλειονότητας των δύο κοινοτήτων. Όσοι τολμούν να αλλάξουν τις στερεότυπες αυτές προσεγγίσεις χαρακτηρίζονται με κάθε λογής επίθετα. Αυτό δείχνει και το επίπεδο του εκπαιδευτικού μας συστήματος και της πολιτικής μας σκέψης. Ο βαθμός της δημοκρατικότητας μιας πολιτείας, εξάλλου, μετριέται με το είδος της ιστορίας που επιτρέπει ή βοηθά να γράφεται. Στην Κύπρο ζούμε ακόμα στην εποχή της προπαγάνδας.