Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Από τον Αυξεντίου στον Αναστασιάδη


Τι σχέση μπορεί να έχει ο Γρηγόρης Αυξεντίου με τον Νίκο Αναστασιάδη; Εκ πρώτης όψεως η σύγκριση μπορεί να φαίνεται ανεδαφική έως και προκλητική, λόγω πολλαπλών διαφορετικών  παραμέτρων: Για παράδειγμα συγκρίνουμε δύο ανθρώπους διαφορετικών εποχών. Συγκρίνουμε έναν αναγνωρισμένο ήρωα του αντιαποικιακού αγώνα με έναν πολιτικό που είτε το θέλουμε, είτε όχι, είναι μέρος του πολιτικού κατεστημένου της χώρας μας. Συγκρίνουμε έναν φλογερό και ανυποχώρητο μαχητή της ελευθερίας με έναν πολιτικό που είναι υποχρεωμένος να ζει μέσα από καθημερινούς συμβιβασμούς εφευρίσκοντας συναινέσεις.

         
Θα ήθελα εδώ να θέσω ακόμα ένα ερώτημα που ίσως και πάλιν φανεί περίεργο: Μήπως η σχέση Αυξεντίου - Αναστασιάδη μπορεί να περιγραφεί σε ιστορικό επίπεδο ως η σχέση εκείνη που έχουν οι σκυταλοδρόμοι μιας τεράστιας σκυταλοδρομίας, όπου ο κάθε αθλητής/πατριώτης διανύει μια συγκεκριμένη απόσταση και παραδίδει στον επόμενο; Μια σχέση δηλαδή όπου ο καθένας πρέπει να κάνει το καθήκον του και να δώσει το άπαν των δυνάμεών του με στόχο να τερματίσει η ομάδα/χώρα του; Βεβαίως κι εδώ υπάρχει αντίλογος: Κάποιοι ίσως αντιτείνουν ότι οι δύο άνδρες τρέχουν σε διαφορετική σκυταλοδρομία. Ο Αυξεντίου διάνυσε μια απόσταση και έδωσε τη σκυτάλη στον Παλληκαρίδη με στόχο την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ο Αναστασιάδης τρέχει μια σκυταλοδρομία παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Μακάριο, τον Βασιλείου, τον Κληρίδη και τον Χριστόφια για να βρει λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Άσπρο - Μαύρο

Αν θέλουμε να παραμείνουμε στη λογική της καθαρής και στοχευόμενης σκυταλοδρομίας, το άρθρο τελειώνει κάπου εδώ, αφού στην Κύπρο διεξάγονται πολλές σκυταλοδρομίες με διαφορετικό σημείο τερματισμού. Τα πράγματα είναι δηλαδή για κάποιες ομάδες τόσο απόλυτα, που αισθάνονται ότι δεν μπορούν καν να συνυπάρξουν στο ίδιο αθλητικό στάδιο. Νομίζω όμως ότι αξίζει να προχωρήσουμε ακόμα λίγο τη σκέψη μας έχοντας ως οδηγό μας την Ιστορία.

  • Ο ήρωας Γρηγόρης Αυξεντίου και μαζί του ολόκληρη η Κύπρος έδωσε μιαν άνιση μάχη με μια αυτοκρατορία και την έχασε. Και δεν την έχασε γιατί δεν ήταν επαρκώς γενναίος ή γιατί δεν είχε στόχο. Τα είχε και τα δύο. Ήταν γενναίος και είχε ως στόχο την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Βεβαίως από έναν ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού δεν είχε κανείς την απαίτηση να έχει γεωπολιτική ανάλυση ή να γνωρίζει τι παίζεται πίσω από κλειστές πόρτες. Ως στρατιώτης πήρε εντολή να πολεμήσει και έκανε το καθήκον του μέχρι που οι «χοντρές ελληνικές κοκκάλες του» έγιναν παρανάλωμα της φωτιάς. Υποκλινόμαστε, παρότι μπαίνουμε στον πειρασμό να κάνουμε μια παρατήρηση:  Όσο περίσσευμα λεβεντιάς και αυτοθυσίας υπήρξε σε εκείνη τη σπηλιά του Μαχαιρά της Κύπρου, άλλο τόσο έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας ήρθε να το αντισταθμίσει και εν τέλει να το εξουδετερώσει. Μια ομάδα Κυπρίων εθνικιστών στην Αθήνα, ο Μακάριος και ο Γρίβας, παρά τις περί του αντιθέτου συμβουλές της ελληνικής κυβέρνησης, ανέλαβαν έναν αγώνα του οποίου ο στόχος ήταν εκτός τόπου και χρόνου. Το αίτημα για Ένωση της Κύπρου τέθηκε στο τραπέζι το 1827 επί ηγεσίας Καποδίστρια στο Ναύπλιο, επανατοποθετήθηκε το 1864 μετά την ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα, τέθηκε το 1878 με την εκμίσθωση της Κύπρου στην Αγγλία, τέθηκε ως αντάλλαγμα της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο το 1915 και αργότερα με τη συμμετοχή της κυπριακής αντιπροσωπείας στη σύνοδο των Βερσαλλιών στο Παρίσι. Οι συνθήκες των Βερσαλλιών τέλειωσαν πολιτικά αυτό το όνειρο δίνοντας ξεκάθαρο ορισμό στο αποδεκτό πλέον δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών με τον τρόπο που το όρισε ο Αμερικανός Πρόεδρος Γουίλσον.
  • Παρόλα αυτά θα μπορούσε να γίνει ο αγώνας του 1955-59; Η απάντηση είναι θετική και η ερώτηση ανιστόρητη, έχοντας ως δεδομένο ότι οι Άγγλοι δεν έδειχναν σοβαρή διάθεση να κινηθούν προς την ανεξαρτησία της χώρας. Δεκάδες άλλοι λαοί εξάλλου την ίδια περίοδο πολεμούσαν για τον ίδιο στόχο. Αν υπήρχε κάτι λάθος, για το οποίο ουδείς ενημέρωσε τον Αυξεντίου ή τον Μάτση ή τον Παλληκαρίδη, είναι ότι ο αγώνας για Ένωση με ένα άλλο κράτος ήταν χαμένος εξ υπαρχής. Αν υπήρχε μια πολιτική ηγεσία με βάθος σκέψης θα καθοδηγούσε τον αγώνα προς την κατεύθυνση της ανεξαρτησίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο Αυξεντίου θα πολεμούσε με τον Μεχμέτ τον Τουρκοκύπριο, τον Γκεβόργκ τον Αρμένιο και τον Φραγκίσκο τον Μαρωνίτη για μια κοινή πατρίδα. Με αυτό τον τρόπο ίσως δεν θα φτάναμε ποτέ σε καμιά συνθήκη Ζυρίχης - Λονδίνου, ούτε σε δοτό Σύνταγμα, ούτε σε εγγυήτριες δυνάμεις. Εγγυητής της νέας χώρας θα ήταν το δίκαιο αίμα των παλληκαριών της. Με λίγα λόγια η λάθος στοχοθέτηση του αγώνα (παρότι είναι κατανοητή η στάση του 80% των Ελλήνων που ήθελαν να επιβάλουν τη βούλησή τους) έφερε και τους Έλληνες και τους Τούρκους αρχικά σε μια αιματηρή αντιπαράθεση και αργότερα σε ένα συμβιβασμό στη Ζυρίχη που δεν ήταν αποδεκτός σε κανένα. Το μοτίβο αυτό της μάχης των δικαιωμάτων της πλειοψηφίας έναντι του σεβασμού της μειοψηφίας είναι αυτό που παίχτηκε ξανά και ξανά το 1963 με το αίτημα αναθεώρησης του Συντάγματος, το 1967 με τα γεγονότα της Κοφίνου, το 1974 με το πραξικόπημα και την εισβολή, το 1977 με τις συμφωνίες υψηλού επιπέδου, το 1983 με την ανακήρυξη ψευδοκράτους, το 2004 με την απόρριψη του σχεδίου λύσης και τη μονομερή ένταξη των Ελληνοκυπρίων στην ΕΕ και την Ευρωζώνη.

    

 Ο Αναστασιάδης

Με βάση τα προαναφερθέντα θα μπορούσε σήμερα ο πολιτικός Νίκος Αναστασιάδης να πάρει τη σκυτάλη από τον Γρηγόρη Αυξεντίου, να σταθεί προκλητικά και με το γνωστό πάθος που έδειξε το 2004 στη μέση του στίβου φωνάζοντας: «Ώς εδώ και μη παρέκει!» Θα μπορούσε να δει την Κύπρο ολικά, συνθετικά μαθαίνοντας από τα πάθη και τα παθήματα του παρελθόντος;  Θα μπορούσε δηλαδή να πάρει τη σκυτάλη στο χέρι, να πιάσει τον Έρογλου ή τον Ακκιντζί ή τη Σιμπέρ από το μπράτσο και να τους πει: «Κύριοι, αν θέλετε κάποια στιγμή να τερματίσει αυτή η αδιέξοδη και ατέρμονη πολυ-σκυταλοδρομία χρειαζόμαστε μια σκυτάλη και μια κοινή προσπάθεια».

Για να το κάνει αυτό βέβαια σήμερα χρειάζεται, πέρα από το απαράμιλλο θάρρος του Αυξεντίου, ακόμα πολύ περισσότερα. Χρειάζεται τη στωικότητα και την αποφασιστικότητα του Μαχάτμα Γκάντι, χρειάζεται το όραμα του Μάρτιν Λούθερ Κιγκ, τον ρεαλισμό του Νέλσον Μαντέλα και τη φαντασία (imagine all the people) ενός Τζον Λένον. Είναι ομολογουμένως δύσκολο το φορτίο για σένα φίλε μου Νίκο Αναστασιάδη γιατί πλέον η σύγκριση με τον Αυξεντίου του απλού και ηρωικού εκείνου ’55 δεν αρκεί. Πρέπει να τον ξεπεράσεις κατά πολύ για να μπορέσεις να γίνεις ο ήρωας που έχει σήμερα ανάγκη η Κύπρος.

Ζούμε κατά την ταπεινή μου άποψη σε μια εποχή εξίσου ηρωική με το παρελθόν. Μόνο που σήμερα ήρωας δεν μπορεί να είναι αυτός που θυσιάζει τη ζωή του ή παίρνει τη ζωή όσων νομίζει ότι προσβάλλουν τη θρησκεία του ή τον απειλούν στον γεωγραφικό χώρο που ζει. Ήρωας είναι αυτός που στο παγκόσμιο χωριό που ζούμε ξέρει να αγαπά τον συνάνθρωπό του. Ήρωας είναι αυτός που ανεξαρτήτως χρώματος και φυλής αγωνίζεται να βελτιώσει τη ζωή του, αλλά και τη ζωή των άλλων. Αυτό έχουμε ανάγκη σήμερα κ. Πρόεδρε και αυτό αναγνωρίζει ο κυπριακός λαός ως κυρίαρχο στόχο για τη χώρα μας. Μπορείς; Εγώ νομίζω πως μπορείς.