Δεν υπάρχει Κύπριος που τις μέρες αυτές να μην αισθάνεται απόγνωση για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι προσωπικές και θεσμικές σχέσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον γενικό εισαγγελέα. Μια γρήγορη περιδιάβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταγράφει απογοήτευση, θυμό, σχεδόν απελπισία. Πόσο δικαιολογημένα είναι αυτά τα συναισθήματα;
Ας ξεκινήσουμε από μια παραδοχή: οι διορισμοί στα δημόσια αξιώματα επί κανενός Προέδρου δεν έγιναν αξιοκρατικά. Υπάρχει έντονο στοιχείο υποκειμενισμού και επιπλέον έχουν ως βασική αφετηρία όχι κατ' ανάγκη τον διορισμό των άριστων, αλλά των εύχρηστων.
Σε σχέση βέβαια με τη δεκαετία του 1960 θα πρέπει επίσης να κάνουμε ακόμα μία παραδοχή προόδου: έκτοτε έχουμε μεν διανύσει 55 χρόνια Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά σύμφωνα με πολλούς κοινωνιολόγους, για να ωριμάσει θεσμικά μια πολιτεία χρειάζεται ένας κύκλος εμπειριών πέριξ των 150 χρόνων. Από πού ξεκινήσαμε και πού βρισκόμαστε σήμερα;
Η δεύτερη «εισβολή»
Πολλοί ψηφοφόροι του «ΟΧΙ» του 2004 θα αμφισβητήσουν την πιο πάνω ανάλυση. Μετά την κατάρρευση της συστημικής φούσκας η οποία παρουσιαζόταν ως οικονομικό θαύμα και τον νόμο περί εκποιήσεων που πέρασε το Σάββατο ίσως αρχίσουν να κατανοούν τι λέω. Ίσως παραδεχθούν και τη σκληρή θέση ότι τελικά ψευδοκράτος δεν λειτουργεί μόνο στα κατεχόμενα από το 1983 αλλά υπάρχει και ένα άλλο ψευδοκράτος που λειτουργεί στον νότο από το 1964. Ίσως κατανοήσουν ότι τα μεγαλύτερα δεινά αυτού του τόπου προέκυψαν διότι ουδέποτε είχαμε ένα ισορροπημένο Σύνταγμα, και ως εκ τούτου: ουδέποτε είχαμε έναν Πρόεδρο συνθέτη απόψεων, αλλά έναν Λουδοβίκο που μας έλεγε «το Κράτος είμαι ΕΓΩ». Ουδέποτε είχαμε κόμματα που να λειτουργούν εκτός πελατειακής λογικής, ουδέποτε είχαμε ανεξάρτητους αξιωματούχους, ουδέποτε είχαμε σοβαρή δημόσια υπηρεσία, αλλά ούτε και δικαστική εξουσία, αν κρίνουμε από τις μάχες που χάθηκαν από τον απλό πολίτη μετά το σκάνδαλο του ΧΑΚ και εξής προς όφελος των μεγαλοκαρχαριών. Με βάση τα πιο πάνω, η κατάρρευση του πολιτικού και οικονομικού μας μοντέλου με τα μνημόνια και τα κουρέματα δεν ήταν τίποτε άλλο από μια δεύτερη εισβολή. Το 1974, 150.000 Ε/Κ έχασαν τα σπίτια τους. Σήμερα, 400,.000 Ε/Κ ζουν στην ανεργία, κάτω από το όριο της φτώχειας, ή κινδυνεύουν να ξαναχάσουν τα σπίτια τους. Αυτήν τη φορά, όμως, όχι από την Τουρκία, αλλά από μιαν απύθμενα διεφθαρμένη ελίτ Ελλήνων Κυπρίων που μας διοικούσε, μας άρμεγε, και τη χειροκροτούσαμε από πάνω ως ηλίθιοι.
Τα πρώτα ρήγματα
Ίσως για αυτό, όταν άκουσα προ ημερών τον Κώστα Κληρίδη να λέει στον Πρόεδρο «ντροπή σου», μου ήρθε ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη. Το ξέσπασμα αυτό, αν και υπερβολικό, δεν μπορεί να απομονωθεί: θεσμικά ομιλούντες, το πρώτο ρήγμα επήλθε με την παραίτηση του γεν. εισαγγελέα Σόλωνα Νικήτα το 2005, όταν αηδίασε από τις διαπλοκές του Τάσσου, το δεύτερο το 2009 όταν προέκυψε η κόντρα του τότε διοικητή της Κεντρικής Αθανάσιου Ορφανίδη όταν ήρθε σε ανοικτή σύγκρουση με τον τότε Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια. Ακολούθησε η κόντρα του επίσης διοικητή της Κεντρικής Πανίκου Δημητριάδη με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Τέλος, σήμερα βρίσκεται εν εξελίξει η κόντρα του Προέδρου με την επόμενη διοικήτρια της Κεντρικής, τη Χρυστάλλα Γιωρκάτζη, ενώ υπάρχει ανοικτή κόντρα και με τον γενικό εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη.
Όλες αυτές οι αντιπαραθέσεις που δεν εξηγούνται μόνο μέσα από την επίδειξη παντοδυναμίας των εκάστοτε Προέδρων αλλά και τη διαδικασία αυτονόμησης των ανεξάρτητων θεσμών, οπότε πολλές φορές μπορεί να είναι και ανεξέλεγκτες, δεν νομίζω ότι πρέπει να μας φοβίζουν. Είναι μικρές ενδείξεις ότι έχουμε μια Δημοκρατία που ωριμάζει. Με λίγα λόγια, δεν μπορούμε να καταφύγουμε στις γνωστές τακτικές του παρελθόντος, όπως εισηγήθηκε ο πρώην γενικός εισαγγελέας Αλέκος Μαρκίδης. Δηλαδή, να κλειστούν σε ένα δωμάτιο ο Κώστας Κληρίδης και ο Ρίκκος και να τα βρουν. Δηλαδή, να πάρει το πόρισμα Καλλή ο Κώστας Κληρίδης να το χώσει στη μούρη τού Ρίκκου και να του πει «αν στο εξής δεν είσαι καλό παιδί, θα το αφήσω να διαρρεύσει». Ή ο Ρίκκος να του αντιτείνει ότι θα πάει στην αστυνομία να τον καταγγείλει αν συνεχίσει να τον ενοχλεί. Ο τρόπος που λειτουργούν και οι δύο, δηλαδή «όλα στη φόρα», πιθανόν να πλήξει βάναυσα και τους δύο σε προσωπικό επίπεδο. Μακροπρόθεσμα όμως ενδυναμώνει τους θεσμούς, που πρέπει να λειτουργούν πάνω από άτομα.
Κρίση και Δημοκρατία
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Princeton David Runciman στο βιβλίο του «The Confidence Trap: A History of Democracy in crisis from World 1 to the Present», οι Δημοκρατίες των ΗΠΑ και της Αγγλίας ιστορικά εξελίχθηκαν μέσα από τη διαφθορά που επέφερε η διασύνδεσή τους με το υπερβολικό χρήμα. Για αυτόν τον λόγο κινήθηκαν πάντα μέσα από επιτυχίες και αποτυχίες, αλλά οι πολίτες δεν πρέπει να απογοητεύονται από αυτό. Οι μεγάλες κρίσεις που ενσκήπτουν, σύμφωνα πάντα με τον συγγραφέα, δεν αποκαλύπτουν πάντα μεγάλες αλήθειες. Ούτε οι Δημοκρατίες μαθαίνουν πολλά από τις κρίσεις, για αυτό και επαναλαμβάνουν τα λάθη τους. Εξάλλου μέρος της Δημοκρατίας είναι και το δικαίωμα να αγνοείς το παρελθόν σου. Για να καταλήξει: «Οι Δημοκρατίες, σε αντίθεση με τις απολυταρχίες, δεν είναι φαταλιστικές και άτεγκτες, αλλά επιβιώνουν μέσα από την προσδοκία ενός καλύτερου μέλλοντος. Οι Δημοκρατίες, με λίγα λόγια, μπορούν να εξελίσσονται και να διαφοροποιούνται μέσα από μικρές και ανεπαίσθητες, πολλές φορές, αλλαγές που συντελούνται στον τρόπο σκέψης των πολιτών τους.
Από την άλλη, ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο Yale Stein Ringen στο βιβλίο του «Nation of Devils: Democratic Leadership and the Problem of Obedience» επισημαίνει ότι σε ένα δημοκρατικό καθεστώς «η κυβέρνηση πρέπει να κυβερνά και οι πολίτες να ακολουθούν». Υπό οποιουσδήποτε όρους; Βεβαίως όχι! «Αυτό που πρέπει να μας προβληματίζει περισσότερο», τονίζει, «είναι αν έχουμε καλή ή κακή κυβέρνηση, και ποια η δυνατότητα των θεσμών αλλά και των πολιτών να ελέγχουν την εξουσία».
Στην Κύπρο δυστυχώς βρισκόμαστε μακριά από τη δημιουργία μιας τέτοιας πολιτικής κουλτούρας. Εξακολουθώ όμως να δηλώνω αισιόδοξος, παρότι τόσο ο Δημήτρης Χριστόφιας όσο και ο Νίκος Αναστασιάδης μπορούν να αισθάνονται δυστυχείς διότι στην ιστορία της κυπριακής προεδρίας υπήρξαν οι πλέον «αδύναμοι θεσμικά» Πρόεδροι. Αυτό δεν θα πρέπει να το εκλαμβάνουν ως προσωπική πολιτική τους αποτυχία, αλλά ως μια επιτυχία της ίδιας της κοινωνίας, η οποία σταδιακά αποκτά δημοκρατικά και συνάμα πατριωτικά αντανακλαστικά. Όπως κάποτε είπε ο Αμερικανός συγγραφέας Έντουαρντ Άμπι, «ένας πατριώτης πρέπει να είναι πάντα έτοιμος να υπερασπίσει τη χώρα του ενάντια στην κυβέρνησή του». Αυτή η στάση ενισχύει τη Δημοκρατία και απελευθερώνει από τους ώμους των πολιτικών ένα βάρος που ούτως ή άλλως δεν μπορούν να σηκώσουν μόνοι τους.
|
Παρασκευή 24 Απριλίου 2015
Ποιος αμφισβητεί τη Δημοκρατία;
Δευτέρα 6 Απριλίου 2015
Από τον Αυξεντίου στον Αναστασιάδη

Τι σχέση μπορεί να έχει ο Γρηγόρης Αυξεντίου με τον Νίκο Αναστασιάδη; Εκ πρώτης όψεως η σύγκριση μπορεί να φαίνεται ανεδαφική έως και προκλητική, λόγω πολλαπλών διαφορετικών παραμέτρων: Για παράδειγμα συγκρίνουμε δύο ανθρώπους διαφορετικών εποχών. Συγκρίνουμε έναν αναγνωρισμένο ήρωα του αντιαποικιακού αγώνα με έναν πολιτικό που είτε το θέλουμε, είτε όχι, είναι μέρος του πολιτικού κατεστημένου της χώρας μας. Συγκρίνουμε έναν φλογερό και ανυποχώρητο μαχητή της ελευθερίας με έναν πολιτικό που είναι υποχρεωμένος να ζει μέσα από καθημερινούς συμβιβασμούς εφευρίσκοντας συναινέσεις.
Θα ήθελα εδώ να θέσω ακόμα ένα ερώτημα που ίσως και πάλιν φανεί περίεργο: Μήπως η σχέση Αυξεντίου - Αναστασιάδη μπορεί να περιγραφεί σε ιστορικό επίπεδο ως η σχέση εκείνη που έχουν οι σκυταλοδρόμοι μιας τεράστιας σκυταλοδρομίας, όπου ο κάθε αθλητής/πατριώτης διανύει μια συγκεκριμένη απόσταση και παραδίδει στον επόμενο; Μια σχέση δηλαδή όπου ο καθένας πρέπει να κάνει το καθήκον του και να δώσει το άπαν των δυνάμεών του με στόχο να τερματίσει η ομάδα/χώρα του; Βεβαίως κι εδώ υπάρχει αντίλογος: Κάποιοι ίσως αντιτείνουν ότι οι δύο άνδρες τρέχουν σε διαφορετική σκυταλοδρομία. Ο Αυξεντίου διάνυσε μια απόσταση και έδωσε τη σκυτάλη στον Παλληκαρίδη με στόχο την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ο Αναστασιάδης τρέχει μια σκυταλοδρομία παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Μακάριο, τον Βασιλείου, τον Κληρίδη και τον Χριστόφια για να βρει λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Άσπρο - Μαύρο
Αν θέλουμε να παραμείνουμε στη λογική της καθαρής και στοχευόμενης σκυταλοδρομίας, το άρθρο τελειώνει κάπου εδώ, αφού στην Κύπρο διεξάγονται πολλές σκυταλοδρομίες με διαφορετικό σημείο τερματισμού. Τα πράγματα είναι δηλαδή για κάποιες ομάδες τόσο απόλυτα, που αισθάνονται ότι δεν μπορούν καν να συνυπάρξουν στο ίδιο αθλητικό στάδιο. Νομίζω όμως ότι αξίζει να προχωρήσουμε ακόμα λίγο τη σκέψη μας έχοντας ως οδηγό μας την Ιστορία.
- Ο ήρωας Γρηγόρης Αυξεντίου και μαζί του ολόκληρη η Κύπρος έδωσε μιαν άνιση μάχη με μια αυτοκρατορία και την έχασε. Και δεν την έχασε γιατί δεν ήταν επαρκώς γενναίος ή γιατί δεν είχε στόχο. Τα είχε και τα δύο. Ήταν γενναίος και είχε ως στόχο την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Βεβαίως από έναν ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού δεν είχε κανείς την απαίτηση να έχει γεωπολιτική ανάλυση ή να γνωρίζει τι παίζεται πίσω από κλειστές πόρτες. Ως στρατιώτης πήρε εντολή να πολεμήσει και έκανε το καθήκον του μέχρι που οι «χοντρές ελληνικές κοκκάλες του» έγιναν παρανάλωμα της φωτιάς. Υποκλινόμαστε, παρότι μπαίνουμε στον πειρασμό να κάνουμε μια παρατήρηση: Όσο περίσσευμα λεβεντιάς και αυτοθυσίας υπήρξε σε εκείνη τη σπηλιά του Μαχαιρά της Κύπρου, άλλο τόσο έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας ήρθε να το αντισταθμίσει και εν τέλει να το εξουδετερώσει. Μια ομάδα Κυπρίων εθνικιστών στην Αθήνα, ο Μακάριος και ο Γρίβας, παρά τις περί του αντιθέτου συμβουλές της ελληνικής κυβέρνησης, ανέλαβαν έναν αγώνα του οποίου ο στόχος ήταν εκτός τόπου και χρόνου. Το αίτημα για Ένωση της Κύπρου τέθηκε στο τραπέζι το 1827 επί ηγεσίας Καποδίστρια στο Ναύπλιο, επανατοποθετήθηκε το 1864 μετά την ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα, τέθηκε το 1878 με την εκμίσθωση της Κύπρου στην Αγγλία, τέθηκε ως αντάλλαγμα της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο το 1915 και αργότερα με τη συμμετοχή της κυπριακής αντιπροσωπείας στη σύνοδο των Βερσαλλιών στο Παρίσι. Οι συνθήκες των Βερσαλλιών τέλειωσαν πολιτικά αυτό το όνειρο δίνοντας ξεκάθαρο ορισμό στο αποδεκτό πλέον δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών με τον τρόπο που το όρισε ο Αμερικανός Πρόεδρος Γουίλσον.
- Παρόλα αυτά θα μπορούσε να γίνει ο αγώνας του 1955-59; Η απάντηση είναι θετική και η ερώτηση ανιστόρητη, έχοντας ως δεδομένο ότι οι Άγγλοι δεν έδειχναν σοβαρή διάθεση να κινηθούν προς την ανεξαρτησία της χώρας. Δεκάδες άλλοι λαοί εξάλλου την ίδια περίοδο πολεμούσαν για τον ίδιο στόχο. Αν υπήρχε κάτι λάθος, για το οποίο ουδείς ενημέρωσε τον Αυξεντίου ή τον Μάτση ή τον Παλληκαρίδη, είναι ότι ο αγώνας για Ένωση με ένα άλλο κράτος ήταν χαμένος εξ υπαρχής. Αν υπήρχε μια πολιτική ηγεσία με βάθος σκέψης θα καθοδηγούσε τον αγώνα προς την κατεύθυνση της ανεξαρτησίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο Αυξεντίου θα πολεμούσε με τον Μεχμέτ τον Τουρκοκύπριο, τον Γκεβόργκ τον Αρμένιο και τον Φραγκίσκο τον Μαρωνίτη για μια κοινή πατρίδα. Με αυτό τον τρόπο ίσως δεν θα φτάναμε ποτέ σε καμιά συνθήκη Ζυρίχης - Λονδίνου, ούτε σε δοτό Σύνταγμα, ούτε σε εγγυήτριες δυνάμεις. Εγγυητής της νέας χώρας θα ήταν το δίκαιο αίμα των παλληκαριών της. Με λίγα λόγια η λάθος στοχοθέτηση του αγώνα (παρότι είναι κατανοητή η στάση του 80% των Ελλήνων που ήθελαν να επιβάλουν τη βούλησή τους) έφερε και τους Έλληνες και τους Τούρκους αρχικά σε μια αιματηρή αντιπαράθεση και αργότερα σε ένα συμβιβασμό στη Ζυρίχη που δεν ήταν αποδεκτός σε κανένα. Το μοτίβο αυτό της μάχης των δικαιωμάτων της πλειοψηφίας έναντι του σεβασμού της μειοψηφίας είναι αυτό που παίχτηκε ξανά και ξανά το 1963 με το αίτημα αναθεώρησης του Συντάγματος, το 1967 με τα γεγονότα της Κοφίνου, το 1974 με το πραξικόπημα και την εισβολή, το 1977 με τις συμφωνίες υψηλού επιπέδου, το 1983 με την ανακήρυξη ψευδοκράτους, το 2004 με την απόρριψη του σχεδίου λύσης και τη μονομερή ένταξη των Ελληνοκυπρίων στην ΕΕ και την Ευρωζώνη.
Ο Αναστασιάδης
Με βάση τα προαναφερθέντα θα μπορούσε σήμερα ο πολιτικός Νίκος Αναστασιάδης να πάρει τη σκυτάλη από τον Γρηγόρη Αυξεντίου, να σταθεί προκλητικά και με το γνωστό πάθος που έδειξε το 2004 στη μέση του στίβου φωνάζοντας: «Ώς εδώ και μη παρέκει!» Θα μπορούσε να δει την Κύπρο ολικά, συνθετικά μαθαίνοντας από τα πάθη και τα παθήματα του παρελθόντος; Θα μπορούσε δηλαδή να πάρει τη σκυτάλη στο χέρι, να πιάσει τον Έρογλου ή τον Ακκιντζί ή τη Σιμπέρ από το μπράτσο και να τους πει: «Κύριοι, αν θέλετε κάποια στιγμή να τερματίσει αυτή η αδιέξοδη και ατέρμονη πολυ-σκυταλοδρομία χρειαζόμαστε μια σκυτάλη και μια κοινή προσπάθεια».
Για να το κάνει αυτό βέβαια σήμερα χρειάζεται, πέρα από το απαράμιλλο θάρρος του Αυξεντίου, ακόμα πολύ περισσότερα. Χρειάζεται τη στωικότητα και την αποφασιστικότητα του Μαχάτμα Γκάντι, χρειάζεται το όραμα του Μάρτιν Λούθερ Κιγκ, τον ρεαλισμό του Νέλσον Μαντέλα και τη φαντασία (imagine all the people) ενός Τζον Λένον. Είναι ομολογουμένως δύσκολο το φορτίο για σένα φίλε μου Νίκο Αναστασιάδη γιατί πλέον η σύγκριση με τον Αυξεντίου του απλού και ηρωικού εκείνου ’55 δεν αρκεί. Πρέπει να τον ξεπεράσεις κατά πολύ για να μπορέσεις να γίνεις ο ήρωας που έχει σήμερα ανάγκη η Κύπρος.
Ζούμε κατά την ταπεινή μου άποψη σε μια εποχή εξίσου ηρωική με το παρελθόν. Μόνο που σήμερα ήρωας δεν μπορεί να είναι αυτός που θυσιάζει τη ζωή του ή παίρνει τη ζωή όσων νομίζει ότι προσβάλλουν τη θρησκεία του ή τον απειλούν στον γεωγραφικό χώρο που ζει. Ήρωας είναι αυτός που στο παγκόσμιο χωριό που ζούμε ξέρει να αγαπά τον συνάνθρωπό του. Ήρωας είναι αυτός που ανεξαρτήτως χρώματος και φυλής αγωνίζεται να βελτιώσει τη ζωή του, αλλά και τη ζωή των άλλων. Αυτό έχουμε ανάγκη σήμερα κ. Πρόεδρε και αυτό αναγνωρίζει ο κυπριακός λαός ως κυρίαρχο στόχο για τη χώρα μας. Μπορείς; Εγώ νομίζω πως μπορείς.
Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015
Το νοθευμένο κρασί του 1821
Ως φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής με κατεύθυνση την Ιστορία, είχα μεταξύ άλλων την υποχρέωση να αποδελτιώσω έναν εκ των απομνημονευματογράφων του αγώνα του 1821. Διάλεξα τα απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού από περιέργεια περισσότερο. Ήθελα να δω πώς περιγράφει εκείνες τις ηρωικές στιγμές της 25ης Μαρτίου όταν μπροστά σε όλους τους Έλληνες οπλαρχηγούς κήρυξε την επανάσταση. Διήλθα το σύντομο βιβλιαράκι που δανείστηκα από το σπουδαστήριο ιστορίας, αλλά με έκπληξη διαπίστωσα μια… μεγάλη παράλειψη. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν έλεγε ούτε λέξη για τη μεγαλύτερη στιγμή της ζωής του. Η έκπληξή μου συνοδεύτηκε από το καλοκάγαθο χάχανο της μακαριστής καθηγήτριάς μου Βασιλικής Παπούλια, η οποία με διαβεβαίωσε ότι αυτή την ιστορία την κατέγραψε μετά από 30 χρόνια ένας Γάλλος περιηγητής, ο Πουκεβίλ, που περιδιάβασε την Ελλάδα για να γράψει το βιβλίο του. Η κατασκευή αυτού του μη ιστορικού γεγονότος δεν έγινε με κακή πρόθεση. Κάθε λαός αναζητά μια σημαδιακή ημερομηνία, ένα ξεκίνημα, το οποίο εν προκειμένω γεννήθηκε στην Αγία Λαύρα. Με την Εκκλησία να πρωτοστατεί σε αυτή την ασήμαντη χάλκευση για ευνόητους λόγους: «Η Εκκλησία είναι πάντα μπροστάρης στους απελευθερωτικούς αγώνες»!
Χωρίς κανείς να υποβαθμίζει τη σημασία του αγώνα ενός λαού να κερδίσει την ελευθερία και την ανεξαρτησία του, ένας μεγαλύτερος αγώνας έχει να κάνει με το πώς στη συνέχεια γράφει την ιστορία του. Κι αυτό γιατί η σημασία της ιστορίας δεν έχει να κάνει με αυτούς που την έζησαν, αλλά μ’ αυτούς που θα τη διαβάζουν τις επόμενες δεκαετίες. Το εθνικό ήθος, με λίγα λόγια, που είναι το ζητούμενο από την ανάγνωση της ιστορίας, για να είναι «εθνικό» πρέπει να είναι και αληθές, κατά πώς το έγραψε και ο Διονύσιος Σολωμός.
Η διδασκαλία
Πώς μας «μεταλαμπαδεύεται» σήμερα σε πανελλήνια διδασκαλία η Επανάσταση του 1821; Επιτρέψτε μου εδώ μια παρέκβαση: Το ρήμα δεν χρησιμοποιείται τυχαία. Αρύεται τον συνειρμό του από την αρλούμπα δίκην συνέντευξης που έδωσε ο κ. Ζουράρις πρόσφατα σε έντυπο στην Αθήνα: «Εγώ είμαι Πυρίκαυστος Ελλάδα (…) που θα πατήσει ξανά πόδι στο Βερολίνο» με τους μεταφραστές της νοηματικής να τρέχουν και πάλιν να μην συφτάνουν. Πώς διδάσκεται όμως η ιστορία μας και δη η πιο σημαντική επανάσταση ενός έθνους, η οποία δρομολόγησε τη διαδικασία συγκρότησης κράτους, γέννησε τη Μεγάλη Ιδέα και τον Αλυτρωτισμό και εξέθρεψε (για να θέσουμε και την Κύπρο στη μεγάλη εικόνα) το ενωτικό κυπριακό κίνημα που έλκει την καταγωγή του από το 1827;
- Υπηρετώντας το εθνικό ανάδελφο ψώνιο, δεν διδάσκεται συνδυαστικά με τον Διαφωτισμό, την Αμερικανική και τη Γαλλική Επανάσταση, ωσάν να προέκυψε από το πουθενά. Συνήθως τα βιβλία διδασκαλίας ξεκινούν με το συνέδριο του Βερολίνου του 1815, όπου λίγο-πολύ στη συνέχεια προβάλλεται η γνωστή απλοϊκή προσέγγιση ότι όλοι οι κακοί βασιλείς και αυτοκράτορες και ο παγκάκιστος Μέτερνιχ επιχείρησαν να την καταπνίξουν εν τη γενέσει της. Συμπέρασμα: Στο πολιτικό DNA των απανταχού Ελλήνων από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού αποτυπώνεται, εν είδει κόμπλεξ κατωτερότητας, η ψευδής εντύπωση ότι όλοι οι ξένοι μάς κατατρέχουν.
- Εξωραΐζεται στα όρια της παραχάραξης η στάση της Εκκλησίας, στην οποία αποδίδεται εθναρχικός ρόλος. Στην πραγματικότητα ο επικεφαλής του έθνους πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ ή ο Κύπριος εθνάρχης και φοροσυλλέκτης του σουλτάνου Κυπριανός, καθώς και οι περισσότεροι βολεμένοι Φαναριώτες, υπήρξαν υποχείρια του σουλτάνου. Όλοι αυτοί, μέχρι την πολιτικά σταθμισμένη εκτέλεσή τους για παραδειγματισμό, πολέμησαν με πάθος τους Έλληνες διαφωτιστές, αφόρισαν τον Ρήγα Φεραίο, έστειλαν εις το πυρ το εξώτερον τη Φιλική Εταιρεία, τον Υψηλάντη και τους επαναστατημένους στη νότια Ελλάδα. Ακόμα και τον ηρωικώς πεσόντα στο Μανιάκι Παπαφλέσσα τον χαρακτήριζαν «εξωνημένο». Συμπέρασμα: Στα παιδιά μας διδάσκεται ότι η Εκκλησία υψώνει λάβαρα ελευθερίας, ορκίζει παλικάρια, με αποτέλεσμα να συντηρεί ιστορικά έναν ρόλο ηθικού καθοδηγητή, δυσανάλογο της προσφοράς της, ο οποίος μάλιστα έχει εμφιλοχωρήσει και στον χώρο της πολιτικής, στη δε Κύπρο και στον χώρο της προνομιακής επιχειρηματικής δραστηριότητας.
- Υποβαθμίζεται η σφαγή 30.000 αμάχων Τούρκων στην Τρίπολη το 1821 από τα στρατεύματα του Κολοκοτρώνη, πράξη που εξώθησε ακόμα και τους μεγαλύτερους φιλέλληνες να διαρρήξουν τα ιμάτιά τους. Ήταν η πρώτη πράξη εθνικού ξεκαθαρίσματος στα Βαλκάνια, αλλά κανένα ελληνικό εγχειρίδιο ιστορίας δεν το παραδέχεται. Απεναντίας, προβάλλεται η μικρότερης έκτασης και εξίσου απαράδεκτη σφαγή της Χίου και των Ψαρών, που έγιναν ως αντίποινο από τους Τούρκους. Συμπέρασμα: Η ελληνική ιστοριογραφία προβάλλει μονομερώς τις τουρκικές βαρβαρότητες, υποβαθμίζοντας τις ελληνικές, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται η έχθρα με την Τουρκία, η οποία εντάθηκε λόγω της μικρασιατικής καταστροφής το 1922 και της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποκλεισθεί μία ακόμα πολεμική αναμέτρηση.
- Προβάλλεται ορθά ο ανείπωτος ηρωισμός του πρώτου έτους της επανάστασης, αλλά υποβαθμίζεται συνειδητά ο πανεθνικός εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των Ελλήνων, οι δολοφονίες οπλαρχηγών, η κόντρα εξουσίας μεταξύ Πελοποννησίων και Στερεοελλαδιτών και Υδραίων. Το 1827 και ενώ ο Ιμπραήμ πασάς λυμαίνεται τη Στερεά και την Πελοπόννησο, ο Γρίβας, φρούραρχος του Παλαμηδίου, βομβαρδίζει ανηλεώς με τα κανόνια του την Ακροναυπλία υπό τον Φωτομαρά, και τανάπαλιν. Η Ύδρα με τους Κουντουριώτηδες κηρύσσει πόλεμο κατά του Καποδίστρια, ο οποίος στέλνει τον Κανάρη να την καταστείλει. Τον συλλαμβάνει ο Μιαούλης, ο οποίος μετά πολιορκεί το Ναύπλιο και τον Πόρο και πυρπολεί τη μεγάλη φρεγάτα «Ελλάς» που η Ελλάδα αγόρασε με δάνειο. Με λίγα λόγια ο Ιμπραήμ πασάς είχε στην ουσία καταστείλει την επανάσταση, η οποία είχε αποτύχει. Αν δεν παρενέβαιναν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής στο Ναβαρίνο, ίσως η Ελλάδα να παρέμενε ως επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για πολύ περισσότερο. Συμπέρασμα: Η Ελληνική Επανάσταση ήταν περισσότερο ένας τρίτος γύρος του Πελοποννησιακού Πολέμου, αλλά ουδείς έμαθε από τις πικρές αναφορές του Θουκυδίδη. Αν η ιστορία δεν μορφώνει, επαναλαμβάνεται εσαεί ως φάρσα, είτε με την κόντρα Βενιζέλου -Κωνσταντίνου το 1914, είτε με τον Εμφύλιο το 1945, είτε με τη δικτατορία του 1967, είτε το πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο το 1974. Η στάση αυτή της διχόνοιας, της πολιτικής ανευθυνότητας, των ανόητων παλληκαρισμών και της παράδοσης καμένης γης από τη μια πολιτική ηγεσία στην άλλη, αποτελεί πολιτική πρακτική του σήμερα, ίνα πληρωθεί το ρηθέν του Ζαν-Πολ Σαρτρ «ότι κανένας λαός δεν μαθαίνει από την ιστορία του».
- Ο μόνος Έλληνας πολιτικός αυτής της περιόδου, που παρά τις εμμονές του πάσχισε να κτίσει ένα νέο ευρωπαϊκό ελληνικό κράτος, το οποίο ίδρυσαν και επέβαλαν περισσότερο οι μεγάλες δυνάμεις και όχι ο μεγαλειώδης αγώνας των Ελλήνων, ήταν ο Καποδίστριας, ο οποίος όμως βρέθηκε απέναντι στους κλέφτες, τους αρματολούς, τους πυρπολητές, τους κοτζαμπάσηδες και τους ιεράρχες του έθνους. Οι οποίοι και τον δολοφόνησαν σε ένα στενοσόκακο του Ναυπλίου στις 9 Οκτωβρίου 1831. Αυτή την τεράστια προσωπικότητα το πανελλήνιο βιβλίο ιστορίας της τρίτης Λυκείου την προσπερνά σε μισή σελίδα. Συμπέρασμα: Οι πολιτικοί με όραμα που θέλουν να διορθώσουν το κράτος ακόμα και σήμερα δεν έχουν κανένα μέλλον, ούτε θέση ανάμεσά μας. Ο ελληνικός λαός έχει εκπαιδευθεί ιστορικά να ακολουθεί τους ψεύτες, τους κλέφτες και τους λαϊκιστές, με την αρπαχτή να έχει αναδειχθεί σε εθνικό σπορ.
Η αναλογία
Είμαι σίγουρος ότι θα κατηγορηθώ ότι επιχειρώ να μειώσω τη σημασία της Ελληνικής Επανάστασης από τις γνωστές πατριωτικές χορωδίες του ελληνικού χώρου. Η κάθε επανάσταση έχει μεγαλειώδεις στιγμές αλλά και στιγμές ντροπής. Επιμένω λοιπόν ότι όλα πρέπει να λέγονται για να μπορούν οι νέες γενιές να εμπνέονται και από το μεγαλείο, αλλά κυρίως να μαθαίνουν από τα λάθη των παλαιοτέρων. Αν κάτι δεν συνέβη στον ελληνικό χώρο από το 1821 και εξής είναι ότι η Ελλάδα δεν έμαθε από τα λάθη της. Η Ελλάδα ξεκίνησε την πορεία της ως κράτος με το αθάνατο, πλην νοθευμένο, κρασί του 1821 και έκτοτε πορεύεται τρελή κι αλλοπαρμένη, παίρνοντας τις περισσότερες φορές μαζί της και την Κύπρο, σε ατραπούς που οδηγούν σε αδιέξοδα. Οι πολιτικοί της απλώς φόρεσαν κουστούμια, αλλά συμπεριφέρονται όπως οι πάλαι ποτέ φουστανελάδες, κλέφτες, αρματολοί και κοτζαμπάσηδες. Η χώρα, όπως και το 1821, είναι ένα απέραντο πεδίο μάχης, με τον νικητή κάθε φορά να δικαιούται τα λάφυρα.
Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015
Η λύση και το βιογραφικό του Αναστασιάδη
Ποιες βλέψεις και συμφέροντα διαμορφώνονται από τις χώρες που βρέχονται στην Ανατολική Μεσόγειο και πώς θα μπορούσε να κινηθεί η Κύπρος σε ένα υπό συνεχή διαμόρφωση σκηνικό λόγω της γεωστρατηγικής ρευστότητας που υπάρχει;
Για να μπορέσει μια χώρα να χαράξει την τακτική της σε μια ευμετάβλητη περιοχή προϋποθέτει να έχει, όσο μικρή κι αν είναι, τη δική της στρατηγική την οποία υποχρεωτικά θα επιχειρήσει να συνθέσει, ιδιαίτερα αν δεν διαθέτει στρατιωτική ισχύ, με τη στρατηγική των υπολοίπων ενδιαφερομένων χωρών.
Τι θέλουμε;
Παρά τις οποιεσδήποτε αποχρώσεις υπάρχουν, νομίζω πως όλοι συμφωνούμε ότι για τη χώρα μας οι προτεραιότητες είναι οι πιο κάτω:
Επιδιώκουμε επανένωση της Κύπρου, με την πλειοψηφία των πολιτών
να προκρίνει λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας η οποία θα
στηρίζεται σε ό,τι αφορά τα δύο συνιστώντα κρατίδια, στις αρχές
λειτουργίας της ΕΕ.
Θέλουμε όλοι να ανορθώσουμε την οικονομία της χώρας φεύγοντας από τα μνημόνια μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων και βεβαίως μέσω της ανάπτυξης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που βρέθηκαν ή ίσως βρεθούν στο μέλλον, προς όφελος όλων των Κυπρίων σε συνεργασία με τις γειτονικές μας χώρες.
Θέλουμε η ενωμένη χώρα μας να γίνει και να δρα ως ένα σοβαρό κράτος εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης λειτουργώντας γεωπολιτικά ως το νοτιότερο άκρο της ΕΕ, ως μια νησίδα δημοκρατίας, ευνομίας, πολιτισμού και ασφάλειας για ολόκληρη την ταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Στόχοι και πολιτικήΘέλουμε όλοι να ανορθώσουμε την οικονομία της χώρας φεύγοντας από τα μνημόνια μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων και βεβαίως μέσω της ανάπτυξης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που βρέθηκαν ή ίσως βρεθούν στο μέλλον, προς όφελος όλων των Κυπρίων σε συνεργασία με τις γειτονικές μας χώρες.
Θέλουμε η ενωμένη χώρα μας να γίνει και να δρα ως ένα σοβαρό κράτος εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης λειτουργώντας γεωπολιτικά ως το νοτιότερο άκρο της ΕΕ, ως μια νησίδα δημοκρατίας, ευνομίας, πολιτισμού και ασφάλειας για ολόκληρη την ταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Αν αυτοί είναι οι στόχοι μας, πώς τους υλοποιούμε; Υπάρχουν δύο σενάρια και δύο τρόποι σκέψης. Ο πρώτος -κατά τον γράφοντα ρεαλιστικός, κατ’ άλλους υποχωρητικός- εδράζεται στα πιο κάτω:
Για να επανενώσουμε τη χώρα μας, μέσω των καλών υπηρεσιών των
Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει να συνεργαστούμε με την Τουρκία και τους Τ/Κ
στη λογική μιας σύνθεσης. Αδικήσαμε από το 1963-1974 και αδικηθήκαμε
βάναυσα από την εισβολή, αλλά είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε Ε/Κ και
Τ/Κ μαζί στην Κύπρο. Την ίδια στιγμή δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι η
Τουρκία, ως μια χώρα με μέγεθος, πληθυσμό και περιφερειακές αξιώσεις,
διεκδικεί τη δική της θέση στην Ανατολική Μεσόγειο, είτε αυτό αφορά την
ασφάλεια της περιοχής είτε τη χάραξη ενεργειακής πολιτικής. Οι κινήσεις
του Barbaros και η navtex στέλνουν αυτό το μήνυμα όχι μόνο σε μας, αλλά
και στα υπόλοιπα κράτη της περιοχής.
Για να ανορθώσουμε την οικονομία μας, εκτός από χρηματοπιστωτική σταθερότητα και επενδύσεις χρειαζόμαστε και ασφάλεια, την οποία χωρίς επανένωση δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε, ιδιαίτερα σε μια περίοδο παρατεταμένης ύφεσης. Η επανένωση διευρύνει την εσωτερική αγορά της Κύπρου, ανοίγει για την Κύπρο μια νέα τεράστια αγορά όπως είναι η Τουρκία, διευκολύνει τη χώρα μας να αναδειχθεί, τηρουμένων των αναλογιών, σε τουριστικό, αεροπορικό, ναυτιλιακό, διαμετακομιστικό κέντρο και εν γένει κέντρο υπηρεσιών. Μας προσφέρει τέλος εναλλακτικές επιλογές για πώληση φυσικού αερίου σε συνεργασία με το Ισραήλ και αργότερα με τον Λίβανο σε μια ώριμη αγορά όπως είναι η τουρκική.
Για να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε ως σοβαρό κράτος εντός της ΕΕ και πάλιν χρειαζόμαστε την επανένωση της χώρας για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί θα απαλλαγούμε από ένα κολοβό σύνταγμα το οποίο μετά το 1964 έχει δημιουργήσει χιλιάδες πολιτικές και θεσμικές αγκυλώσεις. Δεύτερον, θα καταστούμε ένα φυσιολογικό κράτος εντός της ΕΕ. Σήμερα λειτουργούμε μονοθεματικά προωθώντας τις θέσεις μας στο Κυπριακό, μπλοκάροντας τις ενταξιακές της Τουρκίας, υπερασπιζόμενοι εν ολίγοις μια υπόθεση η οποία σε συνδυασμό με την οικονομική μας κατάρρευση, προκαλεί εκνευρισμό εκ μέρους των υπολοίπων Ευρωπαίων, οι οποίοι πολλές φορές δεν μας αντιμετωπίζουν ως εταίρους, αλλά ως πρόβλημα.
Το δεύτερο σενάριοΓια να ανορθώσουμε την οικονομία μας, εκτός από χρηματοπιστωτική σταθερότητα και επενδύσεις χρειαζόμαστε και ασφάλεια, την οποία χωρίς επανένωση δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε, ιδιαίτερα σε μια περίοδο παρατεταμένης ύφεσης. Η επανένωση διευρύνει την εσωτερική αγορά της Κύπρου, ανοίγει για την Κύπρο μια νέα τεράστια αγορά όπως είναι η Τουρκία, διευκολύνει τη χώρα μας να αναδειχθεί, τηρουμένων των αναλογιών, σε τουριστικό, αεροπορικό, ναυτιλιακό, διαμετακομιστικό κέντρο και εν γένει κέντρο υπηρεσιών. Μας προσφέρει τέλος εναλλακτικές επιλογές για πώληση φυσικού αερίου σε συνεργασία με το Ισραήλ και αργότερα με τον Λίβανο σε μια ώριμη αγορά όπως είναι η τουρκική.
Για να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε ως σοβαρό κράτος εντός της ΕΕ και πάλιν χρειαζόμαστε την επανένωση της χώρας για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί θα απαλλαγούμε από ένα κολοβό σύνταγμα το οποίο μετά το 1964 έχει δημιουργήσει χιλιάδες πολιτικές και θεσμικές αγκυλώσεις. Δεύτερον, θα καταστούμε ένα φυσιολογικό κράτος εντός της ΕΕ. Σήμερα λειτουργούμε μονοθεματικά προωθώντας τις θέσεις μας στο Κυπριακό, μπλοκάροντας τις ενταξιακές της Τουρκίας, υπερασπιζόμενοι εν ολίγοις μια υπόθεση η οποία σε συνδυασμό με την οικονομική μας κατάρρευση, προκαλεί εκνευρισμό εκ μέρους των υπολοίπων Ευρωπαίων, οι οποίοι πολλές φορές δεν μας αντιμετωπίζουν ως εταίρους, αλλά ως πρόβλημα.
Υπάρχει βέβαια και ένας διαφορετικός τρόπος να υπηρετήσει κανείς τα συμφέροντα της Κύπρου, ο οποίος κατά άλλους είναι ο πατριωτικός δρόμος, κατά δε τον γράφοντα μάλλον συναισθηματικός.
Η επανένωση της Κύπρου, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, δεν
μπορεί να επιτευχθεί γιατί η Τουρκία επιθυμεί να ελέγξει ολόκληρη την
Κύπρο ή έστω να τη διχοτομήσει ελέγχοντας εσαεί το βόρειό της τμήμα. Υπ’
αυτή την έννοια ο διακοινοτικός διάλογος δεν μπορεί να φέρει τη λύση
παρά μόνο εμπεδώνει τα τετελεσμένα, υποβαθμίζει την Κυπριακή Δημοκρατία
και αναβαθμίζει το ψευδοκράτος. Γι’ αυτό τον λόγο δεν πρέπει να
συνομιλούμε με την Τουρκία αλλά να την εκθέτουμε διεθνώς.
Η πιο πάνω διάγνωση οδηγεί ως εκ τούτου σε μια προσέγγιση ενδυνάμωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε μέσα από την ένταξή μας στην ΕΕ, είτε ως μέλος του ΟΗΕ είτε μέσω του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος με την Ελλάδα. Επιπλέον αυτό επιτυγχάνεται μέσα από τη σύναψη περιφερειακών συμμαχιών με το Ισραήλ και την Αίγυπτο για τη δημιουργία ενός ισχυρού μετώπου το οποίο θα λειτουργήσει ως αντίβαρο και θα εξισορροπήσει τις αξιώσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα οφείλουμε και πρέπει να αναπτύξουμε και μια στρατηγική ενέργειας για ενδυνάμωση των συμφερόντων μας με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ελλάδα, είτε διά της κατασκευής του East Med Pipeline είτε πουλώντας αέριο στην Αίγυπτο, κάτι που συζητούμε αυτές τις μέρες.
Η πιο πάνω διάγνωση οδηγεί ως εκ τούτου σε μια προσέγγιση ενδυνάμωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε μέσα από την ένταξή μας στην ΕΕ, είτε ως μέλος του ΟΗΕ είτε μέσω του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος με την Ελλάδα. Επιπλέον αυτό επιτυγχάνεται μέσα από τη σύναψη περιφερειακών συμμαχιών με το Ισραήλ και την Αίγυπτο για τη δημιουργία ενός ισχυρού μετώπου το οποίο θα λειτουργήσει ως αντίβαρο και θα εξισορροπήσει τις αξιώσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα οφείλουμε και πρέπει να αναπτύξουμε και μια στρατηγική ενέργειας για ενδυνάμωση των συμφερόντων μας με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ελλάδα, είτε διά της κατασκευής του East Med Pipeline είτε πουλώντας αέριο στην Αίγυπτο, κάτι που συζητούμε αυτές τις μέρες.
Ο ορθολογισμός
Με βάση την πρώτη άποψη, ότι δηλαδή όλα τα προβλήματά μας είτε είναι πολιτικά είτε οικονομικά περνούν μέσα από τη λύση του Κυπριακού και την επανένωση της χώρας μας, δεν συμφωνούν οι περισσότεροι πολιτικοί αυτής της χώρας. Με βάση τις δημόσιες δηλώσεις και πράξεις του -και όχι τι λέει κατ’ ιδίαν ακόμα και στον γράφοντα- μέχρι πρόσφατα προς αυτή την κατεύθυνση εκινείτο και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο οποίος στα δύο χρόνια της διακυβέρνησής του τον είδαμε περισσότερο να διαμαρτύρεται -πολλές φορές δικαίως- ότι η διεθνής κοινότητα δεν αίρεται στο ύψος των υποσχέσεων που έδωσε ή ότι οι εμπλεκόμενοι στο Κυπριακό (π.χ. Ντάουνερ, Κόνιγκ, ακόμα και ο Μπαν Κι-μουν) στρέφονται εναντίον μας. Ο συναισθηματισμός του Προέδρου, που σήκωσε αξιοπρεπώς και γενναία το βάρος της μοναξιάς το 2004, εκτράπηκε σε οργή λόγω navtex και Barbaros με αποτέλεσμα να διακόψει τις συνομιλίες. Και όχι μόνον αυτό. Μπήκε στη λογική των κεντρώων κομμάτων να αναλάβει διεθνείς εκστρατείες να κατακεραυνώσει την Τουρκία για την παραβίαση της νότιας ΑΟΖ της Κύπρου, λες και προεξοφλήσαμε ότι η βόρεια ΑΟΖ της Κύπρου είναι πλέον χαμένη. Λες και η Τουρκία μας αναγνώρισε ποτέ μετά το 1964! Με λίγα λόγια μπήκε στη λογική του Ε/Κ ηγέτη που θέλει να προστατέψει την Κυπριακή Δημοκρατία -όση απέμεινε- χάνοντας το όραμα για το οποίο όλοι τον ακολουθήσαμε για επανένωση της Κύπρου. Λάθος ήταν και το timing. Αποχωρήσαμε από τις συνομιλίες, γιατί ένα ηλίθιο κόκκινο καραβάκι μπήκε στην ΑΟΖ μας και ζητήσαμε την πάνδημη καταδίκη της Τουρκίας, όταν λόγω Ιράκ - Συρίας και Τζιχάντ όλη η διεθνής κοινότητα έστρεφε την προσοχή της στη χώρα αυτή και γονυπετώς (βλέπε δημόσια απολογία του Αμερικανού αντιπροέδρου Μπάιντεν) ζητούσε τη συνδρομή της. Τη στιγμή που μιλούμε, η Τουρκία φιλοξενεί δύο εκατομμύρια Ιρακινούς πρόσφυγες και ξοδεύει 8 εκατ. δολάρια τη μέρα για τη συντήρησή τους, το 2016 θα γίνει στη χώρα το Παγκόσμιο Συνέδριο για τη χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας με προεδρεύοντα τον επίτροπό μας Χρήστο Στυλιανίδη, αλλά οι κύριοι Ομήρου, Λιλλήκας και Παπαδόπουλος επιμένουν ότι είναι ρεαλιστικός στόχος να την εκθέσουμε διεθνώς.
Διεθνώς βέβαια, όσο κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, η εντύπωση που επικρατεί είναι μάλλον διαφορετική:
* Δέχονται οι εταίροι μας ότι πρέπει να λυθεί το Κυπριακό, βλέπουν
την υπεροψία της Τουρκίας και τις υπερβολές των Τουρκοκυπρίων, γι’ αυτό
μας δέχτηκαν στην ΕΕ πειθαναγκάζοντάς την να δεχθεί λύση με βάση το
κοινοτικό κεκτημένο.
* Ταυτόχρονα όμως μας καταλογίζουν απόρριψη όλων των σχεδίων που μας υποβλήθηκαν, με αποκορύφωμα το σχέδιο Ανάν το οποίο τόσο η Τουρκία όσο και οι Τ/Κ το αποδέχτηκαν. Διαμαρτύρονται ότι βρεθήκαμε σε αντιπαράθεση με όλους σχεδόν τους απεσταλμένους του ΟΗΕ και μας κατηγορούν ανοικτά ότι στην τελευταία φάση των συνομιλιών εμείς είμαστε αυτοί που αποχωρήσαμε από το τραπέζι των συνομιλιών.
Συμπέρασμα* Ταυτόχρονα όμως μας καταλογίζουν απόρριψη όλων των σχεδίων που μας υποβλήθηκαν, με αποκορύφωμα το σχέδιο Ανάν το οποίο τόσο η Τουρκία όσο και οι Τ/Κ το αποδέχτηκαν. Διαμαρτύρονται ότι βρεθήκαμε σε αντιπαράθεση με όλους σχεδόν τους απεσταλμένους του ΟΗΕ και μας κατηγορούν ανοικτά ότι στην τελευταία φάση των συνομιλιών εμείς είμαστε αυτοί που αποχωρήσαμε από το τραπέζι των συνομιλιών.
Κατά την ταπεινή μου άποψη η λύση της κάθετης αντιπαράθεσης με την Τουρκία και οι παράπλευρες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουμε δεν οδηγούν στην εξυπηρέτηση του πρωταρχικού μας στόχου που είναι η επανένωση της χώρας. Ούτε των άλλων στόχων που περιγράψαμε πιο πάνω. Για να λυθεί βέβαια το Κυπριακό χρειάζεται συνεργασία και καλή διάθεση, χρειάζεται αυτοκριτική από όλους τους Κυπρίους και ναι, να αξιοποιήσουμε όλα τα διεθνή ερείσματα που διαθέτουμε για να πετύχουμε όσο το δυνατό καλύτερη λύση μπορούμε. Θεωρώ ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εμφιλοχωρώντας έστω για μερικούς μήνες στη λογική της μίνι πρόταξης, έχει αντιληφθεί ότι δεν οδηγούμαστε πουθενά και ότι με αυτή την τακτική το μόνο που θα καταφέρουμε είναι περήφανα να μην αποδεχτούμε την de jure διχοτόμηση η οποία de facto ισχύει από το 1974.
Αυτό ήταν το επίτευγμα όλων των Κυπρίων Προέδρων μετά το 1974. Φοβούμαι όμως, καλέ μου Νίκο Αναστασιάδη, ότι χωρίς σοβαρές συνομιλίες για λύση του προβλήματος δεν θα μπορέσεις ούτε αυτό το μίνιμουμ να βάλεις στο βιογραφικό σου.
Ετικέτες
Κυπριακή Δημοκρατία,
Κυπριακό,
Νίκος Αναστασιάδης,
Τουρκία
Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015
Ο δρόμος προς την κόλαση
![]()
Κάποιοι αναλυτές στην Κύπρο φρόντισαν με βιτριολικά σχόλια να τακτοποιήσουν κανονικά τον πρώην Βρετανό ΥΠΕΞ Τζακ Στρο και τον πρώην υπουργό Άμυνας της χώρας Μάλκολμ Ρίφκιντ όταν οι δύο αυτοί πολιτικοί βρέθηκαν στο επίκεντρο πολιτικού σκανδάλου στη Βρετανία. Η ένταση των σχολίων μάλλον δεν είναι καθόλου άσχετη με το ότι και οι δύο στο παρελθόν προέβησαν σε σχόλια και κινήσεις στο Κυπριακό που δεν μας άρεσαν καθόλου. Εξάλλου αν δεν κάνουμε αυτή τη διασύνδεση πώς θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε την εκκωφαντική σιωπή των ίδιων σχολιαστών για τις δολοφονίες 30 τόσων στελεχών της αντιπολίτευσης στη Ρωσία τα τελευταία χρόνια;
Επί της ουσίας, δύο δημοσιογράφοι της εφημερίδας Daily Telegraph και της τηλεοπτικής εκπομπής Dispatches του δικτύου Channel 4 υποδύθηκαν δύο επιχειρηματίες από το Χονγκ Κονγκ, οι οποίοι τους ζήτησαν να ασκήσουν την πολιτική τους επιρροή, έναντι αδρής αμοιβής, προκειμένου να προωθήσουν μια ιδιωτική επιχείρηση. Ο Στρο, νυν βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, προσφέρθηκε να χρησιμοποιήσει την επιρροή του προκειμένου να προωθήσει την υποτιθέμενη επιχείρηση των επιχειρηματιών ζητώντας ως αμοιβή το ποσό των 6.800 ευρώ ημερησίως. Από την πλευρά του ο Ρίφκιντ, βουλευτής των Συντηρητικών, φέρεται να πρότεινε να βοηθήσει στο να υπάρξει μία «χρήσιμη πρόσβαση» σε κάθε βρετανική πρεσβεία σε ολόκληρο τον κόσμο. Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, στο οποίο έδειξαν πρόθεση να εμπλακούν, και οι δύο παύθηκαν από οποιοδήποτε αξίωμα είχαν στα κόμματά τους και ξεκίνησε έρευνα εναντίον τους. Όλοι είναι πεπεισμένοι στη Βρετανία ότι και τα δύο αυτά επιφανή στελέχη της πολιτικής νομενκλατούρας της χώρας δεν έχουν πλέον κανένα πολιτικό μέλλον. Παραλληλισμοί Οι δύο Βρετανοί πολιτικοί στην ουσία παγιδεύτηκαν από δημοσιογράφους και εξετέθησαν. Αν γινόταν κάτι τέτοιο στην Κύπρο, το πιο πιθανό είναι οι δημοσιογράφοι να πήγαιναν φυλακή. Ευτυχώς όμως στην Κύπρο δεν χρειάζεται οι δημοσιογράφοι να υποδυθούν ρόλους επιχειρηματία για να παγιδεύσουν πολιτικά πρόσωπα. Στην Κύπρο οι πολιτικοί υποδύονται όλους αυτούς τους ρόλους και μάλιστα δημόσια.
• Ο Νίκος Αναστασιάδης, ως πρόεδρος του ΔΗΣΥ, ήταν κύριος μέτοχος ενός από τα μεγαλύτερα δικηγορικά γραφεία της Κύπρου. Μέσω του γραφείου αυτού για μια δεκαετία έρρεαν από και προς την Κύπρο πέραν των 10 δισ. δολαρίων ετησίως, συμμετέχοντας στην οικοδόμηση του κυπριακού οικονομικού θαύματος και για τον λόγο αυτό το γραφείο έπαιρνε και μπόνους από τις τράπεζες. Μέχρι πρόσφατα και ενώ ο Νίκος Αναστασιάδης ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας το δικηγορικό του γραφείο έκανε μεγάλες πράξεις με τράπεζες (πώληση υποκαταστημάτων), ενώ οι επικεφαλής του γραφείου του τον επισκέφθηκαν το περασμένο φθινόπωρο για την εξαγορά των Κυπριακών Αερογραμμών από τη Ryanair. Ας πούμε επίσης (λόγω περιορισμένου χώρου) ότι ο Νίκος Αναστασιάδης ως πρόεδρος του ΔΗΣΥ χρεώνεται με το μισό εκατ. ευρώ που το κόμμα του εισέπραξε ως εισφορά από τη Focus των Ζολώτα - Βγενόπουλου για να φέρει το κόμμα τους φοιτητές να ψηφίσουν στις προεδρικές του 2008.
• Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Δημήτρης Χριστόφιας, πέρα από εισφορές εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, για να μοιράζει τσεκκούθκια προεκλογικά, από τον όμιλο Σιακόλα, μπορεί να είναι περήφανος για τις στενές σχέσεις του με τον κ. Βγενόπουλο και το ενάμισι εκατ. ευρώ που με διάφορους τρόπους χρησιμοποιήθηκε στην προεκλογική του καμπάνια το 2008. Επί της ηγεσίας του επίσης το ΑΚΕΛ μετατράπηκε σε ένα κόμμα είσπραξης εισφορών, ακόμα και μέσω εκβιασμών, αν κρίνουμε από την απόφαση του δικαστηρίου στην υπόθεση της Δρομολαξιάς, αλλά και από την υπόθεση του αποχετευτικού της Πάφου. Η υπόθεση της έκρηξης στο Μαρί και η εγκατάλειψη της Κύπρου στα χέρια των διεθνών τοκογλύφων άπτεται περισσότερο ενός πολιτικού αμοραλισμού που θα κριθεί μάλλον από την Ιστορία, καταδικάζοντας βέβαια τη νέα ηγεσία του κόμματος στην απαξίωση, αφού αισθάνεται δέσμια να τον καλύπτει μέχρι κεραίας. • Ο πρώην Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος καθιέρωσε την Κύπρο, στις αρχές του 1990, ως διεθνές πλυντήριο. Μέσω της Λαϊκής Τράπεζας έφερε στην Κύπρο τον πλούτο των Σέρβων για να σπάσει το εμπάργκο, αλλά μέχρι σήμερα το σερβικό ΥΠΕΞ αναζητεί την περιουσία του Μιλόσεβτις που συμποσούται σε εκατοντάδες εκατομμύρια. Επί των ημερών του στην προεδρία, το δικηγορικό του γραφείο έκανε μπίζνες as usual με αρκετές δημόσιες υπηρεσίες, συμμετείχε ως σύμβουλος σε κρατικούς διαγωνισμούς, ενώ κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2003 δεν δίστασε να εισπράξει εισφορές και από πολυεθνικές εταιρείες με έδρα την Αγγλία. • Από τη μέγγενη της κριτικής δεν μπορούν να ξεφύγουν και τα σύγχρονα φυντάνια τους. Ο Αβέρωφ Νεοφύτου με τις επαύλεις του, τα υπέρογκα χρέη του και τις εταιρείες κτηματικών, ο Άντρος Κυπριανού ο οποίος εμφανίζεται ως ο πάτρωνας των μιζαδόρων του κόμματος, με εμφανιζόμενα χρέη πέραν των εισοδημάτων του, ο Γιαννάκης Ομήρου το κόμμα του οποίου δεν έφαγε, αλλά τελικά έφαγε από το αποχετευτικό της Πάφου, ο Γιώργος Λιλλήκας ο οποίος επί υπουργίας του μοίραζε άδειες γκολφ και ζητούσε προσφορές από τον ΚΟΤ ενώ ήταν πολιτικός προϊστάμενός του, ο Νικόλας Παπαδόπουλος, ο οποίος μέχρι προχθές ήταν μέτοχος και associate του δικηγορικού γραφείου Τάσσος Παπαδόπουλος, το οποίο ετοίμαζε επί πληρωμή σχέδια νόμου για την επιτροπή Οικονομικών της οποίας προΐσταται. Για να μην επεκταθούμε σε όλους αυτούς τους βουλευτές που την περίοδο του ΧΑΚ έπαιξαν και κέρδισαν εκατομμύρια εις βάρος των επενδυτών, ενώ καθήκον τους ήταν να θωρακίσουν τη λειτουργία του με ισχυρό νομοθετικό πλαίσιο προστατεύοντας τους πολίτες αυτής της χώρας. Φταίνε; Οι πολιτικοί της Κύπρου δυστυχώς δεν έκαναν κάτι λιγότερο από τους δύο Βρετανούς πολιτικούς οι οποίοι στην Αγγλία διαπομπεύθηκαν. Έκαναν μάλλον πολύ περισσότερα κι αν βρίσκονταν στη Βρετανία θα ήταν όλοι πίσω από τα κάγκελα. Βεβαίως θα πρέπει να ειπωθεί ότι στην Κύπρο, νομικά ομιλούντες, είναι αθώοι. Δεν διέπραξαν καμιά παρανομία διότι όλα αυτά τα οποία τους καταμαρτυρεί ο κόσμος δεν εμπίπτουν σε καμιά παράβαση ή παραβίαση του νόμου. Οπότε το πρόβλημά μας είναι άλλο: Το σύστημά μας επιτρέπει αυτά που σε άλλες χώρες συνιστούν παραβίαση της δεοντολογίας και ακόμα ποινικά αδικήματα, διότι δεν τα θεωρεί ως τέτοια. Βρισκόμαστε δυστυχώς μπροστά στην αδυναμία και το όραμα ενός συστήματος να θέσει σε εφαρμογή τις κατάλληλες δικλίδες ασφαλείας που να θωρακίζουν το θεσμικό και νομικό πλαίσιο. Έχουμε σήμερα ένα σύστημα το οποίο επέτρεψε την ατιμωρησία και την προνομιακή μεταχείριση και λειτούργησε ενισχυτικά στην ενδυνάμωση του χάσματος μεταξύ της κοινωνίας και των πολιτειακών θεσμών. Βρισκόμαστε στην εποχή του Λουδοβίκου του 14ου ο οποίος διατυμπάνιζε εκείνο το «l'etat c'est moi». Ακόμα δεν έχουμε εισέλθει πολιτικά στον Διαφωτισμό και στη λογική του Μοντεσκιέ ο οποίος στήριξε θεωρητικά τη μετάβαση από το rule by law στο rule of law. Εν κατακλείδι, χωρίς να λείπουν οι εξαιρέσεις, το πολιτικό προσωπικό της χώρας στο σύνολό του είναι ό,τι χειρότερο έχουμε δει για δεκαετίες. Φτάσαμε στο τέλος μιας πολιτικής διαδρομής με αυτούς που έκοψαν το νήμα τελευταίοι και καταϊδρωμένοι να μας υπόσχονται, φευ, τη μεγάλη αλλαγή. Σε σημείο που τα συνθήματα αυτών που δήθεν κομίζουν το καινούργιο να μας τρομάζουν, αντί να μας παρηγορούν. Τόσο οι αδύναμοι θεσμοί της χώρας μας, όσο και το χαμηλής ποιότητας πολιτικό προσωπικό σε μια περίοδο μεγάλης κρίσης, παραπέμπουν περισσότερο σε δαντική κόλαση παρά στον παράδεισο. Μακάρι να κάνω λάθος! |
Τρίτη 3 Μαρτίου 2015
Ο "βούζουνος" της Ανατολικής Μεσογείου
Το ότι η διεθνής πολιτική είναι άναρχη είναι δεδομένο. Το ότι ακόμα η κάθε χώρα κοιτάζει το συμφέρον της επίσης θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Στην περίπτωση της Κύπρου, και με βάση τις αντιδράσεις που παρατηρήθηκαν μετά από τις γνωστές μεγαλοστομίες του Πρόεδρου της Δημοκρατίας κατά την επίσκεψή του στη Μόσχα, το ελάχιστο που οφείλουμε να κάνουμε είναι να διερευνήσουμε το πραγματικό μας συμφέρον μέσα από μια ορθολογιστική προσέγγιση των πραγμάτων.
Στην Κύπρο του άσπρου και του μαύρου και των συναισθηματικών εκρήξεων ο ορθολογισμός εξέλιπε δυστυχώς προ πολλού, με το ανιστόρητο δίλημμα να παραμένει αναλλοίωτο: Ανατολή ή Δύση; Αμερική ή Ρωσία;
Τα δεδομένα
Αλλά πού πραγματικά ανήκει η Κύπρος, ανεξαρτήτως του τι βλέπουν οι πολιτικοί μας; Είναι χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ζώνης του ευρώ. Δηλαδή θεσμικά και πολιτικά ανήκει στον σκληρό πυρήνα αυτού που λέμε Δύση. Την ίδια στιγμή, οι τρεις εγγυήτριες χώρες της Ανεξαρτησίας της, δηλαδή η Ελλάδα, η Βρετανία και η Τουρκία, είναι μέλη του ΝΑΤΟ, και πέραν αυτού διατηρούν στρατεύματα στην Κύπρο. Οι Βρετανοί, λόγω Βάσεων, έχουν σταθερή παρουσία στη χώρα μας, ενώ η ελλαδο-τουρκική υπεροχή εναλλάχθηκε: πριν το 1974, η Ελλάδα διατηρούσε στρατιωτική μεραρχία στην Κύπρο κατά παράβαση των συμφωνιών της Ζυρίχης -Λονδίνου, και η Ελληνοκύπριοι ήλεγχαν όλη την επικράτεια. Μετά το 1974, διά της εισβολής, η Τουρκία ελέγχει παρανόμως το 37% της χώρας.
Με λίγα λόγια, η Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και το πρόβλημά της είναι ένα κεφάλαιο που αφορά κατά κύριο λόγο τις ενδοοικογενειακές ισορροπίες της Δύσης, που κι αυτές εδράζονται στις προβληματικές σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας και στους τοπικούς εθνικισμούς που αναπτύχθηκαν επί του εδάφους της.
Η θέση της Δύσης
Παρακολουθώντας την προσέγγιση των Δυτικών στο Κυπριακό μετά το 1963, όταν δηλαδή αναφύηκε η νέα φάση του Κυπριακού, μπορεί να διαπιστώσει κανείς μια σταθερή προσέγγιση, λαμβανομένων κάθε φορά υπόψη και των τετελεσμένων επί του εδάφους.
Η Ρωσία
Σε αυτό το σκηνικό πού κολλά η Ρωσία; Μπορεί πραγματικά αυτή η χώρα να παρέμβει, πέραν της ψήφου που διαθέτει στο Συμβούλιο Ασφαλείας, στη λύση του Κυπριακού; Για να κατανοήσουμε ποια είναι η Ρωσία, δεν έχουμε παρά να εξετάσουμε την εξωτερική της πολιτική και να προσπαθήσουμε να δούμε τα συμφέροντά της. Συμφέροντα που σε σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο δεν φαίνεται να διαφοροποιούνται από την περίοδο της τσαρίνας Αικατερίνης και εντεύθεν. Η Ρωσία είναι μια τεράστια χώρα και λογικά θέλει έξοδο στη Μεσόγειο, θέλει να έχει λόγο στο παγκόσμιο γεωπολιτικό γίγνεσθαι. Σαφέστατα λοιπόν αμφισβητεί την ηγεμονία της Δύσης και του ΝΑΤΟ (αργότερα) στην περιοχή. Για παράδειγμα, το 1919, σε μια έμπρακτη αμφισβήτηση της συμφωνίας των Βερσαλλιών (συνθήκη Σεβρών) που επέβαλλε την Ελλάδα ως το κομβικής σημασίας κράτος της Δύσης στην Ανατολική Μεσόγειο, η τότε ΕΣΣΔ όχι μόνο αναγνώρισε πρώτη το καθεστώς του Κεμάλ Ατατούρκ στην Άγκυρα, αλλά επιπλέον εξόπλισε τον τουρκικό στρατό, ο οποίος μπήκε το 1922 νικηφόρος στη Σμύρνη. Στόχος, μέσω ενός φιλοσοβιετικού καθεστώτος στην Άγκυρα, η εύκολη πρόσβαση στη Μεσόγειο. Με την ίδρυση του ΝΑΤΟ, βέβαια, μετά το 1950, το συμμάζεμα της Τουρκίας από τους Δυτικούς και την ύπαρξη ζωνών επιρροής, τα πράγματα δυσκόλεψαν για την ΕΣΣΔ, η οποία δεν μπορούσε άμεσα να εμπλακεί στην περιοχή, πέραν της επίθεσης φιλίας προς την Αίγυπτο του Νάσερ, η οποία όμως δεν κράτησε για πολύ. Την περίοδο αυτή, εξάλλου, μαινόταν ο Ψυχρός Πόλεμος, με τη Δύση να εφαρμόζει το δόγμα της περιχαράκωσης της ΕΣΣΔ, το οποίο με όπλα το Σχέδιο Μάρσαλ και το Δόγμα Τρούμαν δημιουργούσε μια γραμμή αποκλεισμού της ΕΣΣΔ που ξεκινούσε από τη Φιλανδία και έφτανε στο Πακιστάν. Ελλάδα και Τουρκία ως μέλη του ΝΑΤΟ βρέθηκαν στο κέντρο αυτού του δόγματος, κρατώντας τη γραμμή άμυνας της Δύσης στα Στενά και το Αιγαίο. Πώς θα μπορούσαν οι Σοβιετικοί να δημιουργήσουν ρήγμα; Η εύκολη λύση ήταν η Κύπρος, της οποίας οι δύο αυτές χώρες ως μέλη του ΝΑΤΟ ήταν εγγυήτριες δυνάμεις. Αυτός που δεν κατάλαβε τίποτε και έπαιξε τότε το παιχνίδι των Σοβιετικών ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Ο οποίος οδήγησε την Κύπρο στους Αδεσμεύτους, επιχείρησε να φέρει ρωσικούς πυραύλους ΣΑΜ στην Κύπρο και γενικά υπερεκτίμησε τις δυνατότητες βοήθειας εκ μέρους της ΕΣΣΔ, σε σημείο που αποκλήθηκε και «κάστρο της Μεσογείου», παραπέμποντας στα τότε προβλήματα των ΗΠΑ με την Κούβα. Το κεφαλοκλείδωμα των Σοβιετικών τότε στον Μακάριο, με βασικό στυλοβάτη της σοβιετικής πολιτικής στην Κύπρο το ΑΚΕΛ μέχρι και το 1990, επαναλήφθηκε πολλές φορές στη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. Η δεξιά στροφή της Ρωσίας επί Γιέλτσιν και Πούτιν την οδήγησε σε εμπλουτισμό των συμμάχων της στο εσωτερικό της Κύπρου, όπως σήμερα είναι ο Γιώργος Λιλλήκας, ο Νικόλας Παπαδόπουλος και η ΕΔΕΚ. Η Ρωσία σήμερα κρύβεται πίσω από μια γενική διατύπωση… αρχών στο Κυπριακό. Ότι δηλαδή αποδέχεται ως λύση αυτό που θα αποφασίσουν οι δύο κοινότητες της Κύπρου, αρνούμενη στην πράξη τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού, επί της οποίας δεν της πέφτει λόγος. Αυτό της επιτρέπει να απορρίπτει εύκολα όλα τα διεθνή σχέδια λύσης στο Κυπριακό, χρησιμοποιώντας τοπικούς συμμάχους που για δικούς τους λόγους επίσης δεν θέλουν λύση του Κυπριακού. Στην πράξη δεν την ενοχλεί καθόλου η διαιώνιση της μη λύσης του προβλήματος, την οποία συχνά-πυκνά σαμποτάρει στο ΣΑ με την ψήφο της, πότε γιατί το ζήτησε ο Τάσσος Παπαδόπουλος, πότε ο Δημήτρης Χριστόφιας και πότε ο Νίκος Αναστασιάδης, χωρίς βέβαια ποτέ να φέρει σε δύσκολη θέση την Τουρκία, την οποία δεν την ενοχλεί ποσώς η μη λύση. Με λίγα λόγια, η Ρωσία δεν ενδιαφέρεται διακαώς για μια λύση του Κυπριακού, διότι αυτό επιβάλλουν τα πολύ μεγαλύτερα δικά της συμφέροντα. Δεν την ενδιαφέρει ποσώς λύση που θα ενσωματώνει οριστικά και αμετάκλητα την Κύπρο στο δυτικό σύστημα ασφαλείας. Μια τυχόν τέτοια λύση, εξάλλου, δεν θα της επέτρεπε ποτέ να υπογράψει τη συμφωνία που υπέγραψε προχθές με τον Νίκο Αναστασιάδη, ώστε τα ρωσικά πολεμικά πλοία να ναυλοχούν στη Λεμεσό. Ούτε θα της επιτρέπει να χρησιμοποιεί την Κύπρο ως οικονομική βάση για να ασκεί τη δική της εξωτερική πολιτική.
Συνοψίζοντας
Εν κατακλείδι, θα μπορούσε να προβεί κάποιος σε μια σειρά παρατηρήσεων για τη διφορούμενη στάση μας μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Δυστυχώς σε αυτόν τον δύσμοιρο τόπο όλα τα πιο πάνω τα περνάμε στο ντούκου ρίχνοντας ένα τεράστιο πέπλο μαύρης συνωμοσιολογίας κατά των Δυτικών (που βεβαίως φέρουν τις ευθύνες τους), υποβαθμίζοντας κυρίως τη δική μας αναξιοπιστία και ανοησία. Και σαν να μην έφτανε αυτό, αναβαθμίζουμε και τη ρωσική επαμφοτερίζουσα πολιτική ως πανάκεια για την Κύπρο. Από τη στιγμή που η Ρωσία (και δεν την αδικούμε για αυτό) από το 1965 και εξής, όταν έχει να επιλέξει μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας, επιλέγει διακριτικά, αλλά σταθερά, πάντοτε την Τουρκία.
|
Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015
Πατάτες Αντινακτές και η Αισθητική της Γλώσσας
Με αφορμή το όψιμο ενδιαφέρον
κάποιων μελών του δ.σ. του ΡΙΚ για τη γλώσσα και κυρίως για μερικές λέξεις τις
οποίες χαρακτηρίζουν βωμολοχίες ή και υβρισίες θέτοντας θέμα αισθητικής, απαντά
ο Μπαμπινιώτης: «Υπάρχει αισθητική στη γλώσσα;
Υπάρχει η έννοια του ωραίου και πώς μπορεί να ορισθεί; Είναι πολύ
παρακινδυνευμένο να ορίσεις τι είναι ωραίο και τι άσχημο στη γλώσσα. Άσχημο
είναι ό,τι προσκρούει στο κοινό γλωσσικό αίσθημα, π.χ. μια μορφή προφοράς (πγιότητα αντὶ ποι-ότητα), ένας γραμματικὸς τύπος (υπόστηκε, της γραμματέα, της
ειλικρινής απάντησης), μια συντακτική φράση (οι εκπρόσωποι δέχτηκαν χθες απὸ τον πρωθυπουργὸ αντὶ έγιναν δεκτοί…), μια άστοχη λεξιλογικὴ χρήση (μια υγιεινὴ επιχείρηση δεν
κινδυνεύει αντὶ μια υγιής επιχείρηση) κ.τ.ο.
Ωστόσο, αισθητικές κατηγορίες στη γλώσσα δεν υπάρχουν. Ό,τι ενοχλεί το γλωσσικό
μας αίσθημα σήμερα μπορεί να είναι ο κανονικός τύπος αύριο», καταλήγει ο
καθηγητής Γλωσσολογίας Μπαμπινιώτης.
Από την άλλη η γλώσσα κόκαλα δεν
έχει και κόκαλα τσακίζει. Οι λέξεις δεν είναι αθώες, γιατί από αυτές εξαρτάται
ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε και ζούμε την πραγματικότητά μας. Η γλώσσα δεν
είναι ουδέτερη, ούτε σκέτος φορέας νοημάτων. Είναι διαμορφωτής των νοημάτων.
Πολλοί γλωσσολόγοι και θεωρητικοί πιστεύουν ότι η γλώσσα διαμορφώνει την ίδια
την πραγματικότητα, ότι είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι για το οποίο δεν
έχουμε όνομα. Ο άνθρωπος υπάρχει μόνο μέσα στη γλώσσα του - χωρίς γλώσσα
είμαστε ζώα. [Βλ. κυρίως υπόθεση των Sapir & Whorf. Επίσης ο Heidegger στο
On the Way to Language, 1959, βλέπει τη γλώσσα όχι ως εργαλείο, αλλά ως
θεμελιώδη τρόπο ύπαρξης του ανθρώπου.]
Ερωτούνται εν ολίγοις τα μέλη του
δ.σ. του ΡΙΚ, από πού κι ώς τα πού θέλουν να επιβάλουν αισθητική στη γλώσσα μιας
σατιρικής εκπομπής και κυρίως με τι προσόντα, από τη στιγμή που από τα 9 μέλη
του δ.σ. ο ΜΟΝΟΣ που έχει σχέση με τη γλώσσα ως δημοσιογράφος είναι ο Γιώργος
Τσαλακός;
Αν κάποιοι οικονομολόγοι και νομικοί
που μπήκαν στο δ.σ. του ΡΙΚ είναι σε θέση να επιβάλουν το λεξιλόγιο των
εκπομπών του ΡΙΚ, ενώ είναι άσχετοι περί τα γλωσσικά, πού θα μπορούσαν να
σταματήσουν στη συνέχεια; Δείχνουν δίκην υψηλής αισθητικής και μορφώσεως να
διαφωνούν με τις λέξεις εσιέξιξι και γάρε, αλλά προφανώς δεν θα σταματήσουν
εκεί αν κάποιος δεν τους υποδείξει το αυτονόητο. Ότι π.χ. τα έργα του Αριστοφάνη (και το παράδειγμα, προς Θεού, δεν
χρησιμοποιείται ως μέτρο σύγκρισης) αποτελούν διδακτέα ύλη στα σχολεία από τον
10ο μ.Χ. αιώνα, πράγμα παράδοξο, καθώς χρησιμοποιεί σε αυτά πολλές βωμολοχίες
και έντονη πολιτική κριτική. Η βωμολοχία στον Αριστοφάνη είναι μέρος της
αισθητικής του κειμένου του, αφού στις κωμωδίες του «κάθε σοβαρή και
εκλεπτυσμένη έκφραση την ακολουθεί μια βωμολοχία, προκειμένου να εξισορροπηθεί
το κωμικό στοιχείο». Υπάρχει όμως και ο Βασίλης Μιχαηλίδης με τα μυλλωμένα του!
Μήπως οι συνωμότες της λογοκρισίας στο ΡΙΚ δεν θα επιτρέψουν να ακουστεί το
ποίημα του «ο γάδαρος τζ΄ η σιλυντρούνα», γιατί η λέξη γάρος δεν εμπίπτει στην
αισθητική τους; Και τι θα γίνει με το ποίημα «Αμολόητος» το οποίο αναφέρεται
στη διαπάλη των μελών του σώματος με το Πέος να κερδίζει την τελική μάχη και να
στέφεται βασιλιάς; «Βρίσκω ότι ο Αμολόητος», αναφέρει σε ένα κείμενό του ο
κριτικός λογοτεχνίας Νίκος Σαραντάκος, «είναι
στιχουργημένος με μεγάλη δεξιοτεχνία και συμφωνώ ότι έχει κορυφαία θέση στην
ελληνική ποιητική χυδαιολογία». Πρότυπο του «Αμολόητου», για τους αισθητικούς
της γλώσσας στο ΡΙΚ, είναι ο αρχαίος μύθος του Μενήνιου Αγρίππα για τη διαμάχη
των μελών του σώματος, που τον διηγήθηκε το 494 π.Χ. για να συμφιλιώσει τους
πατρίκιους με τους πληβείους. Στον ελλαδικό χώρο, τον ίδιο μύθο απηχεί η
«Φιλονικία των μελών του σώματος περί της βασιλείας», του Μανιάτη λαϊκού ποιητή
Νηφάκη (1748-1818). Με μόνη διαφορά ότι «στο ποίημα του Νηφάκη, βασιλιάς
ανακηρύσσεται ο πισινός, δηλ. ο γείτονας του αμολόητου στον Μιχαηλίδη».
Εν κατακλείδι, η χρήση της γλώσσας,
συμπεριλαμβανομένης και της αργκό, έχει να κάνει σοβαρότατα με το επίπεδο της
παιδείας σε μια χώρα. Όπως εξάλλου είπε και ο Εφτανήσιος λογοτέχνης και
βουλευτής Λορέντζος Μαβίλης στο Κοινοβούλιο, όταν κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιεί
τη μυαρή και χυδαία γλώσσα του λαού, δηλαδή τη δημοτική αντί της καθαρεύουσας,
απάντησε: «Δεν υπάρχουν χυδαίες λέξεις. Υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι».
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)