Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

Οι δύο κυπριακές σχολές σκέψης

Στην Κύπρο υπάρχουν σε όλα τα θέματα που προκύπτουν δύο σχολές σκέψης. Τις βλέπουμε καθημερινά να ξεδιπλώνονται σε μια προσπάθεια ανάλυσης της πραγματικότητας και των προβλημάτων που μας περιβάλλουν, αλλά ακόμα δεν έχουμε καταλήξει στον χαρακτηρισμό τους. Κάποιοι μιλούν για συντηρητικούς και προοδευτικούς, κάποιοι κάνουν λόγο για φοβικούς και τολμηρούς, όταν δε φτάνουμε στο Κυπριακό, το λεξιλόγιό μας διευρύνεται. Απορριπτικοί - ενδοτικοί, πατριώτες - ρεαλιστές, ελληνόψυχοι- νεοταξικοί, διχοτομικοί –τουρκοπροσκηνυμένοι και πάει λέγοντας. Παρότι δεν συμφωνούμε όλοι με τους χαρακτηρισμούς, από τη συμπεριφορά και μόνο των δύο αυτών σχολών βλέπουμε να υπάρχει μια συνέπεια στην ανάλυσή τους επί όλων σχεδόν των θεμάτων που προκύπτουν διαφορές. Μια θεματολογική περιδιάβαση θα ήταν αρκούντως κατατοπιστική.

Φυσικό αέριο

Στην υπόθεση της εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου με βάση τις τοποθετήσεις που ακούγονται καταλήγουμε σε δύο προσεγγίσεις. Η πρώτη προσέγγιση -η συντηρητική- αφορμάται από την πάγια θέση της ότι η Κύπρος είναι περικυκλωμένη από εχθρούς και ότι το φυσικό αέριο μας δίνει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να επανακαθορίσουμε τις συμμαχίες μας. Γύρω μας η περιοχή ισλαμοποιείται. Στην Τουρκία επικράτησε ο Ερντογάν, το καθεστώς της Αιγύπτου αλλάζει, με τους μουσουλμάνους να προβάλλουν στο προσκήνιο. Το ίδιο συμβαίνει στην Τυνησία, ενώ η απειλή επικρέμαται και επί της Συρίας και του Λιβάνου. Οπότε, χρειαζόμαστε συμμαχία με το Ισραήλ, το οποίο βλέπει την Κύπρο και την Ελλάδα ως τις μόνες ευρωπαϊκές χώρες που μπορούν να του δώσουν διέξοδο. Μια συμφωνία λοιπόν για από κοινού εκμετάλλευση στο φυσικό αέριο δεν μπορεί να είναι μόνο οικονομική, αλλά θα έχει και στρατηγική σημασία. Η αντίθετη προσέγγιση –η ρεαλιστική- υποστηρίζει ότι η Κύπρος έχει πολυδιάστατη πολιτική στην περιοχή της και δεν μπορεί να συνεργαστεί μόνο με το Ισραήλ, διότι αυτό θα την φέρει στην ίδια θέση με τη χώρα αυτή. Θα την απομονώσει δηλαδή, όπως απομονωμένο είναι και το Ισραήλ. Η εκμετάλλευση λοιπόν του φυσικού αερίου θα πρέπει να γίνει σε συνεργασία με όλες τις γύρω χώρες –ακόμα και την Τουρκία- για να μπορέσει η Κύπρος να αναδείξει τη στρατηγική της αξία ως μια ευρωπαϊκή, πολυπολιτισμική χώρα που παράγει σταθερότητα ως γεωπολιτικό αντίβαρο σε μια περιοχή που παράγει ρευστότητα και ανασφάλεια. Με τέτοια προσέγγιση η Κύπρος γίνεται το επίκεντρο της συνεργασίας και της ασφάλειας, αποκτώντας πολλαπλά οικονομικά οφέλη, πέρα από την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου.

Μετανάστες

Στο εσωτερικό της χώρας μας αυτές τις μέρες προεξάρχει το θέμα της μετανάστευσης. Στο επίκεντρο η Λάρνακα και τα επεισόδια με τους Παλαιστινίους, τα οποία δυστυχώς μεταφέρθηκαν στο Λύκειο της Βεργίνας. Η ανάλυση των πολλών εδράζεται στο φόβο ότι οι μετανάστες μόνο δεινά προκαλούν στον τόπο μας. Φτάνει πια. Πρέπει να επιδείξουμε μηδενική ανοχή. Οι μετανάστες και κυρίως οι αιτητές ασύλου έρχονται εδώ για να εισπράξουν εν μέσω οικονομικής κρίσης παχυλά επιδόματα, απειλούν τη συνοχή μας ως πληθυσμού και δη την ελληνικότητα της χώρας μας, συντείνουν στην αύξηση της εγκληματικότητας και δημιουργούν κοινωνικά προβλήματα, αφού ως φθηνό εργατικό δυναμικό επιτείνουν το πρόβλημα της ανεργίας των Κυπρίων. Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, ο αντίλογος είναι εξίσου ισχυρός. Το πρόβλημα δεν το δημιουργούν 3.000 Παλαιστίνιοι. Ούτε κάποιοι μετανάστες που εκμεταλλεύονται τα κενά του συστήματός μας. Στην Κύπρο υπάρχουν αυτοί τη στιγμή γύρω στις 100.000 νόμιμοι μετανάστες και άγνωστό πόσοι παράνομοι. Οι μετανάστες ασχολούνται με επαγγέλματα (υπηρέτριες- εργάτες σε χοιροστάσια- γεωργία- γκαρσόνια) στα οποία οι Κύπριοι δεν δείχνουν κανένα ενδιαφέρον και παράγουν πλούτο για τη χώρα. Σύμφωνα με ακαδημαϊκές έρευνες, οι μετανάστες διά της σχετικά φθηνής εργασίας τους παράγουν το 2-3% του εθνικού μας προϊόντος. Αν δεν υπήρχαν, δηλαδή, η Κύπρος θα βρισκόταν ακόμα υπό καθεστώς οικονομικής ύφεσης. Το δίλλημα εν ολίγοις είναι σαφές. Θέλουμε τους μετανάστες ή όχι; Εάν τους θέλουμε θα πρέπει να δεχτούμε- όπως εξάλλου συμβαίνει σε όλες τις χώρες της ΕΕ- ότι θα υπάρχουν και κάποια αρνητικά φαινόμενα. Αν δεν τους θέλουμε, τότε ας μην στέλνουμε όλοι τα παιδιά μας για σπουδές και στην ανεργία. Πολλές από τις κόρες μας μπορούν να εργαστούν ως υπηρέτριες με 500 ευρώ το μήνα, ενώ για τα αγόρια μας υπάρχει πληθώρα θέσεων εργασίας σε χοιροστάσια και σε εστιατόρια. Η δουλειά εξάλλου δεν είναι ντροπή για κανένα.

Κυπριακό

Στο Κυπριακό, η ανάλυση του οποίου εμβολιάζει όλες τις άλλες επιμέρους αναλύσεις, η στάση των Κυπρίων είναι διαχρονική. Οι σκληροί, οι επικαλούμενοι και απορριπτικοί, ταυτίζονται με όσους θέλουν να αναπτύξουν στρατηγικό τόξο συνεργασίας με το Ισραήλ και την Ελλάδα για το φυσικό αέριο και σίγουρα ανησυχούν για τους μετανάστες. Αυτοί πασχίζουν για την επιβίωση του Ελληνισμού στην Κύπρο. Γι’ αυτούς η Κύπρος είναι ελληνική και οι Τ/Κ μια μικρή μειονότητα η οποία πρέπει να αποδεκτεί τη βούληση της πλειοψηφίας. Βεβαίως αυτή θέση πάσχει, αν απενδυθεί του συναισθηματισμού που τη φορτίζει, στο διά ταύτα. Πώς λύνουμε δηλαδή το Κυπριακό; Μέχρι πρόσφατα μας βόλευε το status quo, το οποίο σε συνδυασμό με την οικονομική άνθηση στο Νότο επέτρεπε κάποιας μορφής εφησυχασμό. Σήμερα τα πράγματα έχουν δυσκολέψει, αφού τα τετελεσμένα στο Βορρά, υπό μορφή πολιτικής αναβάθμισης του ψευδοκράτους και αύξησης του αριθμού των εποίκων, δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Κάποιοι άρχισαν να προβάλλουν δειλά – δειλά στο σύνθημα της διχοτόμησης, αλλά στην πράξη αυτοαναιρούνται. Παλιότερα έλεγαν στον κόσμο «τα σύνορά μας είναι στην Κερύνεια», πώς θα πείσουν σήμερα τους πρόσφυγες να αποδεκτούν ότι τα σύνορά μας φτάνουν μέχρι το οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου; Από την άλλη, υπάρχουν οι ρεαλιστές, οι επικαλούμενοι και ενδοτικοί. Αυτοί σε συνδυασμό με τα πιο πάνω βλέπουν ότι το φυσικό αέριο θα μπορούσε να αποδειχθεί το μέσο για επίλυση του Κυπριακού, ενώ είναι χαλαρότεροι με τους μετανάστες. Θεωρούν ότι στην Κύπρο υπάρχουν Έλληνες, Τούρκοι, Ευρωπαίοι και άλλες θρησκευτικές ομάδες, που θα μπορούσαν να ζήσουν υπό ένα φιλελεύθερο καθεστώς, το οποίο δεν θα στηρίζεται στην υπεροχή της φυλής, της ιστορίας και της παράδοσης, αλλά στην υπεροχή των νόμων και την κοινή πίστη σε ένα δημοκρατικό σύνταγμα. Προτείνουν λοιπόν συμβιβασμό στο Κυπριακό και ευελπιστούν ότι εντός της ΕΕ ο συμβιβασμός αυτός θα επουλώσει τις πληγές του παρελθόντος, όπως συνέβη με τις πλείστες ευρωπαϊκές χώρες μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.


Δύο σχολές σκέψης στην Κύπρο. Σε ποια από τις δυο ανήκετε;