Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016

Περί Τουρκοκυπρίων και άλλων ποιητών



Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τί τραγουδάει, γιατί τραγουδάει και τί είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα έμπαινε καν στον κόπο να τραγουδήσει. Η ρήση αυτή του Πολ Βάλερι αναφέρεται βέβαια στην ποίηση, σε μια προσπάθεια να εξηγήσει το μυστήριο γύρω από τη συγγραφή ενός ποιήματος. Το οποίο μυστήριο λειτουργεί πάνω από γλώσσες, φυλές και δόγματα. Όπως είπε ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «η ομορφιά καραδοκεί. Αν είμαστε ελεύθεροι θα την αισθανθούμε μέσα στην ποίηση όλων των γλωσσών».
Στην πραγματικότητα όλοι χωράμε και οι ζωντανοί και οι νεκροί σε ένα ποίημα. Όλη η μνήμη του κόσμου χωράει σε ένα ποίημα. Όπως συμπλήρωσε ο Σέλλεϊ, «οι ποιητές όλων των εποχών έλαβαν μέρος στη συγγραφή ενός μεγάλου ποιήματος αεννάως εν εξελίξει». Το οποίο ξεκινά από τον Όμηρο, συντονίζεται με τη γραφίδα του Σοφοκλή, διαπερνά τους στίχους του Σέξπιρ, συναντιέται απρόοπτα πάνω σε ένα τραπέζι ανατομίας μιας ραπτομηχανής και μιας ομπρέλας με τον Λεωτρεαμόν, εκτυλίσσεται μέσα από τις άτακτες στροφές του Καβάφη, καταγράφεται ως σημαίνον και παγκόσμιος λόγος από τον Έζρα Πάουντ και ζωγραφίζεται σε θαλασσινές σπηλιές μέσα από τις γαλανές πινελιές του Ελύτη.  
Η ποίηση δεν είναι αντικείμενο διδασκαλίας. Ή όπως έλεγε και ο Ελιοτ «δεν είναι ελευθέρωμα της συγκίνησης, αλλά απόδράση από τη συγκίνηση. Δεν είναι η έκφραση της προσωπικότητας, αλλά η απόδραση από την προσωπικότητα».  
Η ποίηση εν ολίγοις απελευθερώνει τους ανθρώπους γι αυτό είναι  αναγκαίο να κυκλοφορεί σε όλα τα σχολεία, σαν μια πέρδικα που χάνεται στους θάμνους. Αυτός που την ανακαλύπτει γίνεται μόνιμος κυνηγός. Μόνιμος εραστής των ζαρκαδιών όπως θάλεγε και ο Ελύτης. Δηλαδή ποιητής: Η ποίηση, όπως έλεγε ο Μίλτων, αρχίζει πάντα όταν κάποιος που πρόκειται να γίνει ποιητής διαβάζει ένα ποίημα». Γιατί η  ποίηση όπως έλεγε ο Σεφέρης έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα. Ίσως είναι γι αυτό που ξενίζει ο πρόσφατος και αβάστακτα πεζός διάλογος που προέκυψε στην Κύπρο περί της διδασκαλίας τουρκοκυπρίων ποιητών στα δημόσια σχολεία της χώρας μας. Ένας γνήσιος ποιητής κρεμάει τη ψυχή του σεντόνι στο περίπτερο. Επιτρέποντας μας να την ψηλαφίσουμε. Αυτές οι ψυχές δεν έχουν εθνικότητα, αλλά είναι απολύτως αναγκαίες για κάθε άνθρωπο, γιατί μας τρέφουν.
Όπως έλεγε και ο Πλάτων «Ουδέν άλλο έχουσα ες Άδου η ψυχή έρχεται πλην της παιδείας και τροφής», τουτέστιν «η Ψυχή κατεβαίνει στον Άδη χωρίς να κουβαλάει τίποτε άλλο πέρα από την παιδεία και την αγωγή της». Για αυτό σας παρακαλώ: Αφήστε το σχολείο να γίνει ένα πανηγύρι της ψυχής.


Αφήστε τα παιδιά να προσκυνήσουν

Έχει δικαίωμα ένας δάσκαλος να μαζέψει τα παιδιά του νηπιαγωγείου που διδάσκει και να τα πάρει να προσκυνήσουν λείψανα αγίων σε μια ορθόδοξη εκκλησία, χωρίς καν να ενημερωθούν οι γονείς; Σε χώρες μέλη της ΕΕ το ερώτημα δεν τίθεται καν. Ο δάσκαλος είτε τα μαζεύει και πάει σπίτι του ή κάνει αίτηση στο Βατικανό ή την Αρχιεπισκοπή του Κάντερμπουρι να διδάξει στο κατηχητικό. Στη χώρα μας οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι η ορθόδοξη θρησκεία είναι μέρος της ταυτότητάς μας και πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία, σε ένα πακέτο που ονομάζεται ελληνοχριστιανικός πολιτισμός. Θεωρούν ότι είναι και θέμα δημοκρατίας και άπτεται  μιας λογικής πλειοψηφίας - μειοψηφίας. Η πλειοψηφία αποφασίζει, η μειοψηφία ακολουθεί. Δεν πτοούνται ακόμα και στην περίπτωση μικρών παιδιών, όπου το θέμα γίνεται ακόμα πιο πολύπλοκο, λόγω του ότι τα παιδιά αυτά δεν έχουν δική τους άποψη. Σκοπός λοιπόν του κάθε δασκάλου δεν είναι να βοηθήσει τα παιδιά να αποκτήσουν άποψη, αλλά να επιβάλει την κρατούσα άποψη. Το κεφάλαιο θρησκεία και κράτος, βεβαίως, είναι μεγάλο. Μόνο που στην Κύπρο δεν άνοιξε ποτέ.

Μια ανασκόπηση
Μια φορά κι ένα καιρό στην Ευρώπη όλοι οι άνθρωποι πίστευαν στον Θεό και η Εκκλησία εξουσίαζε τα πάντα. Αυτόν τον καιρό οι ιστορικοί τον ονόμασαν σκοτεινό Μεσαίωνα. Η επόμενη εποχή ονομάστηκε Διαφωτισμός. Στην Κύπρο και την Ελλάδα  ο Διαφωτισμός δεν έφτασε ποτέ, αφού μέχρι και τον Ρήγα Φεραίο η Εκκλησία τον αφόρισε ρίχνοντάς τον εις το πυρ το εξώτερον. Οπότε ο διάλογος γύρω από το θέμα αυτό γίνεται αποσπασματικά και κατά τρόπο ακραίο έως γελοίο. Σε δημοκρατικές χώρες η πολιτεία και η Εκκλησία είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Το θέμα συζητείται εδώ και αιώνες και ξεκαθάρισε μέσα από τα κείμενα του Τζον Λοκ, του Μοντεσκιέ, του Βολταίρου και βεβαίως του πατέρα της αμερικανικής δημοκρατίας Τόμας Τζέφερσον όταν το 1802 προχώρησε στη διακήρυξη των δικαιωμάτων, κάνοντας λόγο για το δικαίωμα στην ελεύθερη συνείδηση του ανθρώπου. Με λίγα λόγια ο Τζέφερσον ξεκαθάρισε, μεταξύ άλλων, ότι ο καθένας μπορεί να λατρεύει όποιο Θεό θέλει, αλλά ο δικός του Θεός δεν μπορεί να είναι υπέρτερος στο πλαίσιο της λειτουργίας ενός κράτους δικαίου. Δηλαδή αυτό που ενώνει μια κοινωνία είναι οι κοινοί νόμοι και το Σύνταγμα ενός κράτους, σε αντίθεση με τις θρησκείες που διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε Εκκλησίες και ποίμνια.
Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι. Τα φιλελεύθερα κινήματα μετά τη Γαλλική Επανάσταση αποκήρυξαν τις θρησκείες ως στοιχείο κοινής ταυτότητας των κατοίκων μιας πολιτείας, οι κομουνιστές ήρθαν σε ευθεία αντιπαράθεση με τα θρησκευτικά δόγματα, με τον Λένιν, ως εκπρόσωπο ενός κόκκινου κρατισμού, να αποκαλεί τη θρησκεία «το όπιο του λαού» ενώ ο αναρχικός Μιχαήλ Μπακούνιν έκανε ένα βήμα παραπάνω θεωρώντας ότι μεταξύ Θεού και κράτους δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά αφού και οι δύο θεσμοί επιχειρούν να υποδουλώσουν τον άνθρωπο, εναρμονιζόμενος κατά κάποιον τρόπο με τον Ντενίς Ντιντερό. Ο Γάλλος διαφωτιστής ήταν θιασώτης ενός αυστηρού διαχωρισμού Εκκλησίας και κράτους, λέγοντας ότι «η απόσταση ανάμεσα στον θρόνο και την Αγία Τράπεζα δεν ήταν ποτέ μεγάλη». Ποια είναι η προέκταση αυτής της σκέψης; Τα κράτη και τα συντάγματα λειτουργούν και μετεξελίσσονται για να προσαρμόζονται στις κοινωνικές ανάγκες των πολιτών. Οι θρησκείες δεν αλλάζουν, διότι θεωρούν ότι το δόγμα τους είναι θεόσταλτο. Βεβαίως ακολούθησαν και κάποιοι άλλοι όπως ο άθεος χιουμορίστας Τζορτζ Μπέρναντ Σο, ο οποίος σε μια ευθεία επίθεση επί προσωπικού στο θρησκευτικό δόγμα και τη στάση ζωής των πιστών διατύπωσε το αμίμητο: «Το γεγονός ότι ένας θρησκευόμενος άνθρωπος είναι πιο ευτυχισμένος από έναν σκεπτικιστή δεν διαφέρει καθόλου από το γεγονός ότι ένας μεθυσμένος είναι πάντα πιο ευτυχισμένος από έναν ξεμέθυστο».


Εν Κύπρω
Στην Κύπρο το πρώτο δημόσιο έγγραφο το οποίο κατοχυρώνει τον διαχωρισμό Εκκλησίας - κράτους είναι το Σύνταγμα του 1960. Στο άρθρο 18.1 αναφέρεται σχετικά:

Έκαστος έχει το δικαίωμα ελευθερίας σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας. [....] Έκαστος είναι ελεύθερος και έχει το δικαίωμα να πρεσβεύη την πίστιν αυτού και να εκδηλώνη την θρησκείαν ή τας θρησκευτικάς αυτού πεποιθήσεις διά της λατρείας, διδασκαλίας, ασκήσεως ή τηρήσεως των τύπων είτε ατομικώς είτε συλλογικώς κατ’ ιδίαν ή δημοσία και να μεταβάλλη την θρησκείαν ή τας θρησκευτικάς πεποιθήσεις αυτού. [....] Η ελευθερία εκδηλώσεως της θρησκείας ή της θρησκευτικής πεποιθήσεως υπόκειται μόνον εις τους υπό του νόμου προδιαγεγραμμένους περιορισμούς τους αναγκαίους προς το συμφέρον της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας υγείας ή των 12 δημοσίων ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των υπό του Συντάγματος ηγγυημένων εις παν πρόσωπον.
Με λίγα στην Κύπρο το κράτος δεν είναι ορθόδοξο, δεν είναι καθολικό, δεν είναι μουσουλμανικό. Δεν υπάρχει επικρατούσα κρατική ή εθνική θρησκεία. Βεβαίως και το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος κατελύθη την επομένη της καθιέρωσής του. Οι Ε/Κ εξέλεξαν στη θέση του Προέδρου του νέου δικοινοτικού ενιαίου κράτους τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Η εθναρχεύουσα Εκκλησία στα σκληρά χρόνια της Τουρκοκρατίας και η ηγετική της παρουσία στον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-59 υπήρξε καταλύτης στη διαμόρφωση των πολιτικών πεποιθήσεων των Ε/Κ. Ουδείς Ε/Κ μπορούσε να σκεφτεί τότε ότι η επιλογή του Αρχιεπισκόπου θα μπορούσε να έφερνε σε δύσκολη θέση τις υπόλοιπες κοινότητες. Των Μουσουλμάνων Τ/Κ αλλά και των υπόλοιπων θρησκευτικών ομάδων, όπως οι Αρμένιοι, οι Μαρωνίτες και οι Καθολικοί που είναι μεν χριστιανοί αλλά το δόγμα τους είναι ελαφρά διαφοροποιημένο. Επρόκειτο για ετσιθελισμό ή για έλλειψη παιδείας; Μάλλον συνδυασμός και των δύο. Ένας θανατηφόρος συνδυασμός που επιδεινώθηκε μετά την αποχώρηση των Τ/Κ από την ενιαία δικοινοτική Κυπριακή Δημοκρατία το 1964 για να λειτουργήσει μια ντε φάκτο Κυπριακή Ελληνική Δημοκρατία. Τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν μετά τον θάνατο του Μακαρίου, αφού εν τω μεταξύ η εισβολή βύθισε ακόμα περισσότερο τους Ε/Κ στο καβούκι τους. Έτσι μας προέκυψε, δίκην τετάρτου προνομίου, ο Αρχιεπίσκοπος, να έχει λόγο στον διορισμό του εκάστοτε υπουργού Παιδείας, ασκώντας με αυτόν τον τρόπο βαρύνοντα ρόλο στην καλλιέργεια των ελληνοχριστιανικών ιδεωδών στη χώρα μας. Η δε αίθουσα που συνεδριάζει το Υπουργικό Συμβούλιο και το Προεδρικό Γραφείο είναι γεμάτα εικόνες.  


Η αίθουσα που συνεδριάζει το Υπουργικό Συμβούλιο και το Προεδρικό Γραφείο είναι γεμάτα εικόνες


Το συμβάν
Ας μην θεωρηθεί λοιπόν μεμονωμένο το πρόσφατο συμβάν της λειψανοπροσκύνησης ανηλίκων. Πρόκειται για τον κανόνα και όχι για την εξαίρεση. Η Εκκλησία στην Κύπρο με την ανοχή όλων των πολιτικών κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του κομουνιστικού ΑΚΕΛ, αποδέχονται και ανέχονται τη λειτουργία ενός κρυφού αλλά πανίσχυρου curriculum που διαχέεται σε κάθε εκπαιδευτική έκφανση από το νηπιαγωγείο μέχρι και το Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Όλες οι τάξεις είναι γεμάτες θρησκευτικές εικόνες και επιπλέον αρκετοί καθηγητές υποχρεώνουν τα παιδιά την πρώτη ώρα να κάνουν την προσευχή των ορθοδόξων χριστιανών ανεξαρτήτως αν η τάξη τους έχει παιδιά άλλων δογμάτων ή παιδιά που δηλώνουν άθρησκα.
Σε όλες τις εθνικές εορτές τα σχολεία οργανώνουν εκκλησιασμούς σε ορθόδοξους ναούς, στους οποίους οι μαθητές είναι υποχρεωμένοι να μεταβαίνουν, διαφορετικά παίρνουν απουσίες. Όπως δήλωσε προχθές ο Αρχιεπίσκοπος, «τα παιδιά θα πηγαίνουν στην εκκλησία και όποιου του αρέσει». Ο υπουργός Παιδείας δεν τόλμησε να αρθρώσει ούτε λέξη, ενώ γνωρίζει ότι αυτό το φαινόμενο συνιστά εξόφθαλμη παραβίαση του Συντάγματος.
Σε όλα τα σχολεία διοργανώνονται αγιασμοί κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς και θρησκευτικές γιορτές τα Χριστούγεννα και το Πάσχα πριν κλείσουν για τις διακοπές.
Σε όλα τα σχολεία μπαινοβγαίνουν σχεδόν ανεξέλεγκτα ιερείς εξομολόγοι οι οποίοι με επίμονο τρόπο ζητούν να εξομολογήσουν τα παιδιά. Κάποια το κάνουν γιατί το θέλουν, κάποια το αποδέχονται και τα περισσότερα βγαίνουν από την τάξη για να χάνουν μάθημα.
Σε πολλά σχολεία έχουν περιοριστεί οι χώροι άθλησης (π.χ. Παγκύπριο Γυμνάσιο) για να κτιστούν μικρές εκκλησίες για να γίνονται λειτουργίες και εξομολογήσεις. Η υπερβολή ειδικά για το Παγκύπριο είναι εξόφθαλμη από τη στιγμή που περιτριγυρίζεται από 10 άλλες εκκλησίες.
Σε όλα τα σχολεία έως και το λύκειο διδάσκεται το μάθημα των Θρησκευτικών. Στη μέση εκπαίδευση υπάρχει επιπλέον η ειδικότητα του θεολόγου ο οποίος δεν διδάσκει θρησκειολογία ή μελετά τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των ανθρώπων μέσα από διάφορες δοξασίες και θρησκείες από τη Θεά της Γονιμότητας μέχρι τη νεοφανή αγία Τερέζα της Καλκούτας, αλλά διδάσκει την μίαν αγίαν και ορθή πίστη των Ελλήνων ορθοδόξων χριστιανών. Κάπως έτσι το είπε και ο μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος στην τελευταία οικουμενική σύνοδο της Κρήτης. Ότι δηλαδή όλοι πλην των χριστιανών ορθοδόξων είναι αιρετικοί.
Τέλος ακόμα και το Πανεπιστήμιο Κύπρου είναι γεμάτο με πνευματικούς οι οποίοι εξομολογούν φοιτητές, κάνουν διαλέξεις και ακολουθίες προάγοντας μια ρηχή θέαση του κόσμου. Κατά την άποψή μου το Πανεπιστήμιο Κύπρου ενώ όλα αυτά τα χρόνια παρήγαγε γνώση, έχει αποτύχει παταγωδώς διότι δεν κατάφερε να καθιερώσει τον ορθολογισμό στην κυπριακή κοινωνία. Παρέμεινε μια αναβαθμισμένη εκπαιδευτική βαθμίδα του λυκείου η οποία παράγει προσοντούχα άτομα σε διάφορα επαγγέλματα αλλά όχι ανθρώπους του πνεύματος.



Θέμα πολιτικό και φιλοσοφικό

Το θέμα της επιρροής διαφόρων θρησκευτικών δογμάτων σε μια πολιτεία δεν είναι μόνο κοινωνικό και εκπαιδευτικό. Είναι κατά κύριο λόγο βαθύτατα πολιτικό και φιλοσοφικό. Θα προσπαθήσω να σας το παρουσιάσω μέσα από ένα απλοϊκό ερώτημα:
Ποια είναι η διαφορά ενός θεολόγου από έναν ιστορικό, ένα γιατρό ή έναν αστρονόμο; Η απάντηση είναι απλή: Ο θεολόγος τα ξέρει όλα, έχει απαντήσεις για τα πάντα, ενώ οι άλλοι δύστυχοι επιστήμονες δηλώνουν αδαείς.

Ένας ιστορικός δεν γνωρίζει πώς δημιουργήθηκε ο άνθρωπος. Ψάχνει, μελετά, ανασκάπτει τάφους με αποτέλεσμα να διατυπώνει θεωρίες για τον άνθρωπο του Νεάντερνταλ ή τον homo erectus. Ένας θεολόγος στο πι και φι τον κατατροπώνει: Τον άνθρωπο τον έπλασε ο Θεός από πηλό και νερό, κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση. Μετά του φύσησε και απέκτησε ψυχή. Τελεία.
Ένας γιατρός προσπαθεί να θεραπεύσει τους ανθρώπους μελετώντας ανατομία, φαρμακολογία, αποκρυπτογραφώντας το DNA. Μπορεί να θεραπεύσει τα πάντα; Όχι βέβαια. Διότι όπως θα εξηγήσει ο θεολόγος δεν είναι Θεός και δεν κάνει θαύματα. Στην Κύπρο διάφοροι άγιοι σε χειρουργούν όταν κοιμάσαι ή θεραπεύουν ανίατες ασθένειες αν τάξεις κάτι, ή αν προσκυνήσεις κάποιο θαυματουργό λείψανο, οπότε πώς μπορούν να συγκριθούν με ένα κοινό γιατρό;
Ένας αστρονόμος τέλος κοιτάζει τα αστέρια και μελετά τις κινήσεις τους, προσπαθώντας με τηλεσκόπια και δορυφόρους να κατανοήσει τη δημιουργία τους. Ένας θεολόγος  τραβάει το κεφάλαιο της Γενέσεως (1.14) και απαντά αμέσως:         Και είπεν ο Θεός: «ας γίνουν (ας φανούν) εις τον ουρανόν της γης φωτεινοί αστέρες, διά να φωτίζουν την γην και να χωρίζουν την ημέραν από την νύκτα. Ας είναι οι αστέρες αυτοί εις σημεία μετεωρολογικών και άλλων φαινομένων, και ας χρησιμεύουν εις κανονικήν μεταβολήν και διάκρισιν των εποχών του έτους, των ημερών και των ετών.»


Με λίγα λόγια η θρησκεία για τον μέσο άνθρωπο είναι ανώτερη από τη φιλοσοφία διότι έχει όλες τις απαντήσεις. Η φιλοσοφία θέτει ερωτήματα τα οποία μένουν πολλές φορές αναπάντητα, αλλά η επιμονή σε αυτή την προσπάθεια έχει βοηθήσει την ανθρωπότητα να κάνει άλματα. Η θρησκεία έχει έτοιμες απαντήσεις για όλα, οπότε οι ερωτήσεις, οι απορίες και ο σκεπτικισμός αποτελούν χάσιμο χρόνου. Κάπου εδώ κοινωνικά γινόμαστε μάρτυρες και μιας συλλήβδην επιφοίτησης των μαζών. Με την ίδια ευκολία που η θρησκεία έχει απαντήσεις για όλα, εξ επιφοιτήσεως και ο μέσος πιστός έχει άποψη για όλα. Καταργώντας την πολυπλοκότητα του κόσμου, διασύροντας τον επιστημονικό λόγο, καταποντίζοντας τον ορθολογισμό. Κατ' επέκταση η πολιτική στην Κύπρο -αυτοί που τα ξέρουν όλα ψηφίζουν κιόλας- αποτελεί προέκταση του απλοϊκού θρησκευτικού δόγματος που διέπει τις ζωές των Κυπρίων ψηφοφόρων, μετατρέποντας τους πολιτικούς είτε σε αγίους είτε σε αιρετικούς. Η θρησκεία, εν ολίγοις, έχει καταντήσει  ο θρασύτατα νωχελικός αλγόριθμος των αγραμμάτων, που βαριούνται να διαβάσουν, αρνούνται να μάθουν, αλλά εξ επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος, ως συνεχιστές των 12 ψαράδων αποστόλων της Γαλιλαίας, τα ξέρουν όλα. Οπότε αφήστε τα παιδάκια του νηπιαγωγείου να αρχίσουν να μαθαίνουν κι αυτά!