Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Είναι η Διζωνική ευρωπαϊκή λύση;

 

Κάποιοι αναρωτιούνται αν η λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας είναι ευρωπαϊκή λύση, δηλαδή είναι συμβατή με το κοινοτικό κεκτημένο. Τι είναι όμως το κοινοτικό κεκτημένο; Αν ρωτήσεις κάποιον λαϊκιστή πολιτικό ή έναν απλό πολίτη μάλλον θα καταλήξεις στο συμπέρασμα ότι είναι ένα γιατρικό που «θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν». Μάλλον τα πράγματα ίσως να μην είναι ακριβώς έτσι, αν και το κεκτημένο της Ευρώπης απέδειξε διαχρονικά ότι έχει θεραπευτικές ιδιότητες. Μια ιστορική αναδρομή επιβάλλεται:

Το ζητούμενο της ε/κ πολιτικής ηγεσίας από το 1992 και εντεύθεν, όταν η Κύπρος διατύπωσε το αίτημα για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν η λύση να εμβολιαστεί με το κοινοτικό κεκτημένο. Δηλαδή την εφαρμογή των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνοψίζεται σε αυτό που λέμε συνθηματικά «οι τρεις βασικές ελευθερίες». Με αυτή τη λογική αρχικά ο Γιώργος Βασιλείου υπέβαλε το αίτημα για ένταξη στην ΕΕ και στη συνέχεια η ελληνική κυβέρνηση σε συνεννόηση με τον Γλαύκο Κληρίδη, διά της συμφωνίας του Ελσίνκι το 1999, αποδέσμευσε τη λύση από την ένταξη της Κύπρου με αντάλλαγμα βέβαια ότι θα αποδεσμευόταν και η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας από το Κυπριακό.
Καλοπροαίρετα ομιλούντες αυτό σήμαινε το εξής: Ότι η Κύπρος θα όδευε προς την Ευρώπη μέσω του σχήματος «λύση του Κυπριακού – ένταξη». Ήταν εξάλλου κοινός τόπος σε όλους ότι η φράση «ένταξη χωρίς λύση του Κυπριακού» ήταν ένας καθαρός εκβιασμός προς τον Ραούφ Ντενκτάς ο οποίος δεν αποδεχόταν τίποτα στις συνομιλίες. Από την άλλη η απόφαση σήμαινε ότι η Τουρκία χωρίς προσκόμματα ούτε από την Ελλάδα -που ήταν ήδη μέλος- αλλά και με αρωγό την Κύπρο που θα γινόταν μέλος, θα προχωρούσε στη δική της ενταξιακή πορεία ανάλογα με τον βαθμό εναρμόνισής της με το κοινοτικό κεκτημένο, με προαπαιτούμενο βέβαια ότι στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα έλυνε οριστικά τα προβλήματά της με την Ελλάδα σε ό,τι αφορούσε τον καθορισμό υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο.


Στην πορεία


Τι έγινε στη συνέχεια; Η διεθνής κοινότητα θεώρησε ορθώς ότι έχει μπροστά της μιαν αξιόπιστη συμφωνία και επιτάχυνε τη διαδικασία ένταξης της Κύπρου με μότο «λύση του Κυπριακού, ένταξη ολόκληρης της Κύπρου εντός της Ενωμένης Ευρώπης», προτάσσοντας βέβαια και το ουδέτερο, κυρίως από πλευράς Ευρωπαίων αξιωματούχων, ότι «θα δεχθούμε οποιαδήποτε συμφωνία στο Κυπριακό στην οποία θα καταλήξουν οι δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Αυτό ήταν λογικό αφού όλοι θεωρούσαν το Κυπριακό ως πρόβλημα του ΟΗΕ και όχι της ΕΕ.  

Κάπως έτσι φτάσαμε στο 2002 με την κατάθεση του πρώτου σχεδίου Ανάν, ενώ τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους ο Γλαύκος Κληρίδης κλείδωσε την ένταξη της Κύπρου στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Κοπεγχάγη, με τα πράγματα να κυλούν με βάση τα συμφωνηθέντα έως και τον Φεβρουάριο του 2003 όταν κατατέθηκε το σχέδιο Ανάν 3. Στην εξουσία τότε βρέθηκε ο Τάσσος Παπαδόπουλος, ο οποίος μέχρι τον Φεβρουάριο του 2004 έπαιξε πλήρως με τους κανόνες Κληρίδη που απέρρεαν από τη συμφωνία του Ελσίνκι. Δηλαδή συνέχισε τις συνομιλίες με βάση το Ανάν 3, πήγε στη Χάγη όπου ο Ντενκτάς υπαναχώρησε και στη συνέχεια τον Ιανουάριο του 2004 στη Νέα Υόρκη δεσμεύτηκε ενώπιον του Κόφι Ανάν να προχωρήσει σε λύση, αποδεχόμενος χρονοδιαγράμματα και επιδιαιτησία. Όλα αυτά τα έκανε γιατί είχε ενώπιόν του ως συζητητή τον Ραούφ Ντενκτάς ο οποίος μέχρι τότε απέρριπτε τα πάντα. Η τακτική του Τάσσου, που ήταν στην πράξη μέρος της στρατηγικής Κληρίδη, ότι θα μπαίναμε στην Ευρώπη χωρίς λύση και ο Ντενκτάς διά του απορριπτισμού του θα πλήρωνε τα σπασμένα, μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι απέδιδε έως και τον Φεβρουάριο του 2004. Τότε βέβαια η νέα κυβέρνηση Ερντογάν -αφού αντελήφθη ότι θα υποστεί διπλωματική πανωλεθρία- αντικατέστησε τον Ντενκτάς με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ. Η κίνηση αυτή ήταν σημαντική αφού ο θετικός σε λύση Ταλάτ ανέδειξε στη συνέχεια τον σκεπτικισμό του Τάσσου Παπαδόπουλου αποκαλύπτοντας την μπλόφα της ε/κ πλευράς. Ακολούθησαν τα δημοψηφίσματα με το γνωστό αποτέλεσμα, αλλά μπήκαμε στην ΕΕ, όχι χωρίς κόστος αφού η ε/κ πλευρά είχε τεράστιες διπλωματικές, πολιτικές και όπως αντιληφθήκαμε όλοι στη συνέχεια και οικονομικές επιπτώσεις. Η απόρριψη του σχεδίου εκ μέρους των Ε/Κ, πρακτικά ομιλούντες, προσέδωσε περισσότερη αξιοπιστία στο πάγιο επιχείρημα της τουρκικής πλευράς «ότι όσο οι Ε/Κ ελέγχουν την Κυπριακή Δημοκρατία και διαθέτουν οικονομική ευμάρεια δεν θα δεχτούν ποτέ συμβιβασμό». Αυτό φάνηκε και μέσα από το ξέσπασμα του επιτρόπου Φερχόιγκεν ο οποίος urbi et orbi δήλωνε ότι ξεγελάστηκε από τους Ε/Κ. Οι  Ε/Κ πρακτικά πλήρωσαν πολύ ακριβά αυτή τη συμπεριφορά με τρεις τρόπους:
  • Πρώτον, απομονώθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα πολιτικά και ταυτόχρονα αναβαθμίστηκαν οι Τ/Κ με συνεχείς επισκέψεις ξένων αξιωματούχων στα κατεχόμενα. Επίσης οι Τ/Κ ηγέτες άρχισαν να γίνονται αποδεκτοί μέχρι και στον Λευκό Οίκο και τις Βρυξέλλες.
  • Δεύτερον, η απόφαση Δημόπουλος του 2009, η οποία έδινε δικαιώματα στον χρήστη των ε/κ περιουσιών στον βορρά και θέσπιζε την τ/κ επιτροππή περιουσιών ήταν περισσότερο πολιτική παρά νομική απόφαση και ερχόταν να αντισταθμίσει την απόφαση για την Τιτίνα Λοϊζίδου.
  • Τρίτον, όταν το 2010 ξεκίνησε η οικονομική κρίση φτάνοντας στην κατάρρευση του 2013, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας ήταν κατά γενική ομολογία πολύ σκληροί με την Κύπρο


Δύο μαθήματα



Στην πορεία, διά των μνημονίων της τρόικας και άλλων δεινών, οι Ε/Κ μάλλον πήραν το πρώτο μάθημα και σίγουρα προβληματίστηκαν περισσότερο. Ίσως όλοι κατανοήσαμε ότι π.χ. κοινοτικό κεκτημένο είναι και η ισορροπία που πρέπει να υπάρχει μεταξύ δικαιώματος και ευθύνης και ότι η ανευθυνότητα έχει υψηλό κόστος. Ίσως όλοι να κατανοήσαμε ότι οι μαξιμαλισμοί είναι χαρακτηριστικό των υπανάπτυκτων και ότι στο λεξιλόγιό μας πρέπει να εισαχθούν και οι λέξεις ορθολογισμός, συμβιβασμός και σύνθεση. 
      
 Αυτοί, λοιπόν, που στο παρελθόν καιροσκοπικά αναβάθμιζαν την ένταξή μας στην ΕΕ ως διαδικασία λύσης αλλά δεν το εννοούσαν, αναδεικνύοντας επιλεκτικά και κατονομάζοντας το ζητούμενο ως αναζήτηση «ευρωπαϊκής λύσης», δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να βάζουν την άμαξα μπροστά από τα άλογα. Μάθημα δεύτερο λοιπόν: Το κοινοτικό κεκτημένο δεν είναι μαγικό ραβδάκι το οποίο ανατρέπει κατά το δοκούν και συμφέρον επώδυνες καταστάσεις.


Τρίτο μάθημα 


Την περασμένη Τρίτη, 11 χρόνια μετά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, για πρώτη φορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό παρακάθισε ο Ευρωπαίος Βαν Νούφελ εκπροσωπώντας τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Ο κ. Φαν Νούφελ θα προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες στην ομάδα του ΟΗΕ που διαπραγματεύεται την τελική λύση υπό τον Έσπεν Μπαρθ Άιντε σε συνεργασία με τους διαπραγματευτές Μαυρογιάννη και Ναμί.

Στην παρουσία όλων και η τεχνοκρατική επιτροπή ευρωπαϊκών θεμάτων που απαρτίζεται από Ε/Κ και Τ/Κ οι οποίοι θα κληθούν να συζητήσουν στη συνέχεια τις λεπτομέρειες της εφαρμογής της λύσης. Πάντοτε στην παρουσία του κ. Βαν Νούφελ ο οποίος θα συμβουλεύει τα Ηνωμένα Έθνη κατά πόσον όσα συμφωνηθούν θα συνάδουν με το κοινοτικό κεκτημένο ή όχι.

Η νέα αυτή διαδικασία συνιστά το τρίτο μάθημα. Το κεκτημένο σημαίνει ρεαλισμός και από τη στιγμή που προσχωρήσαμε σε αυτόν, θεωρούμε την ημέρα σημαδιακή για δύο λόγους:
  • Οι  Τουρκοκύπριοι -που κι αυτοί κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να ζητούν ένταξη στην ΕΕ με τους δικούς τους όρους- παραδέχτηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ότι η λύση που επιθυμούν πρέπει να εμπίπτει στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές που ισχύουν και στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ.
  • Οι Ελληνοκύπριοι αντιλήφθηκαν ότι η λύση θα είναι ευρωπαϊκή, αν δεν αποτελεί ένα απλό σύνθημα, αλλά αν συζητήσουν με ρεαλισμό στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων συμβάλλοντας μέσα από τις συνθετικές τους απόψεις στη δημιουργία ευρωπαϊκού κεκτημένου.


Τι είναι το κεκτημένο



Ποιο είναι το κυρίαρχο ευρωπαϊκό κεκτημένο, παρότι άγραφο, το οποίο μέχρι χθες όλοι σκόπιμα ή όχι αγνοούσαμε; Θα αποτολμήσω να το περιγράψω με δυο-τρεις λέξεις: Ευρωπαϊκό κεκτημένο πρωτίστως σημαίνει συμβιβασμός και διάθεση σύνθεσης απόψεων στο πλαίσιο ενός κοινού οράματος. Τι είναι αυτό που δημιούργησε την Ευρώπη;
  • Η συνειδητοποίηση μέσα από ποταμούς αιμάτων, ότι ο πόλεμος προετοιμάζει απλώς τον επόμενο πόλεμο, οπότε το ζητούμενο είναι η ειρήνη και η ασφάλεια.
  • Η αποδοχή της ήττας από τη Γερμανία και η αυτοκριτική των Γερμανών. Το πλήρωσαν με το χάσιμο της Πρωσίας, της Σουδητίας, της Αλσατίας και της Λωραίνης. Το πλήρωσαν με 12 εκατ πρόσφυγες  και τέλος είδαν την πατρίδα τους να διχοτομείται σε Δυτική και Ανατολική Γερμανία.
  • Η απόρριψη της εκδικητικότητας τύπου Βερσαλλιών από τους νικητές του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, που οδήγησε το 1953 με τη διάσκεψη του Λονδίνου στο κούρεμα κατά 60% του χρέους της Γερμανίας, κάτι που της επέτρεψε να επανέλθει όχι μόνο σε τροχιά ανάπτυξης αλλά σε μερικά χρόνια να καταστεί ξανά η ατμομηχανή της Ευρώπης. 

Κοινοτικό κεκτημένο βέβαια, πέρα και πάνω από την οικονομική ανάπτυξη, είναι η δημιουργία αξιόπιστων θεσμών, η εμπέδωση της δημοκρατίας, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όλα αυτά δεν δημιουργούνται με δεκάρικους από άμβωνος, ούτε με φακελάκια βουλευτών σε γαμήλιες τελετές, ούτε με διορισμό  ημετέρων, ούτε με τη συντήρηση ενός κομματικού πελατειακού κράτους το οποίο αντιμετωπίζει την εξουσία όχι ως μέσο άσκησης πολιτικής αλλά ως λάφυρο.

Διά του ευρωπαϊκού κεκτημένου όλα αυτά τα χρόνια, η νέα Ευρώπη, αργά, βασανιστικά, με πισωγυρίσματα και πολλές αντιφάσεις, κτίζει νέες ανθρώπινες σχέσεις, ξαναγράφει βιβλία ιστορίας, οικοδομεί  και προάγει την επιστημονικότητα και την καινοτομία, επενδύει στη δημιουργία του καλού καγαθού Ευρωπαίου πολίτη, με βάση τα αρχαιοελληνικά πρότυπα τα οποία -κυρίως οι Έλληνες- πέταξαν στον κάλαθο της ιστορίας.    


Η ευρωπαϊκή Κύπρος


Η παρουσία του κ. Βαν Νούφελ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, η στωικότητα του Έσπεν Μπαρθ Άιντε και η βούληση των κυρίων Αναστασιάδη και Ακκιντζί θα μπορούσε να μας φτάσει μακριά, χωρίς να χρειαστεί -ακόμα- να πληρώσουμε όλοι το τίμημα που πλήρωσε η Γερμανία. Πιλότος της δικής μου αισιοδοξίας, ότι  μπορεί να τα καταφέρουμε, είναι η πρόσφατη συμφωνία αρχών στο περιουσιακό. Ο κάθε πολίτης πλέον, είτε Ε/Κ είτε Τ/Κ, μπορεί να διαπραγματευθεί την περιουσία του. Μπορεί βέβαια να απορρίψει τα πάντα και να μην καταλήξουμε πουθενά. Μπορεί, όμως, αν έχει μάθει κάτι από το έως τώρα ευρωπαϊκό κεκτημένο, να διαπραγματευθεί συμβιβαστικά και συνθετικά μέσα από τις τρεις επιλογές που του παρέχονται, έχοντας κατά νουν ένα αναγκαίο όραμα. Το ευρωπαϊκό όραμα, η εφαρμογή του οποίου βεβαίως πρέπει να περάσει μέσα από τις ωδύνες ενός τοκετού.