Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

Ηρωική ανάληψη ευθύνης

Η συντονισμένη επίθεση των λεγόμενων κομμάτων του Κέντρου πρωτίστως κατά του Τ/Κ ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί και δευτερευόντως κατά του Προέδρου Αναστασιάδη είναι εξηγήσιμη και εν πολλοίς κατανοητή.

  • Από τη μια, ημερολογιακά, οι μνήμες της εισβολής και οι εκδηλώσεις στο πλαίσιο των οποίων τις αναβιώνουν αναδεικνύουν την ιστορικότητα των πικρών συναισθημάτων των Ελληνοκυπρίων, ενισχύοντας αυτό το αίσθημα καχυποψίας - για να μην πω εθνικής μελαγχολίας, που μας πλημμυρίζει μετά το 1974.
  • Από την άλλη, οι συνομιλίες για λύση φαίνεται να μπαίνουν στην τελική ευθεία, κάτι που γίνεται κατανοητό μέσα από τις δηλώσεις των Κυπρίων διαπραγματευτών, του ΄Εσπεν Μπαρθ Άιντε αλλά και πολλών διεθνών συνομιλητών μας. Είναι κατανοητό -κι αυτό το βιώσαμε αρκετές φορές στο παρελθόν- ότι κάθε φορά που δημιουργούνται ελπίδες για λύση κάποιοι εξ αντανακλάσεως σηκώνουν αμυντικά τείχη. Είτε γιατί «φοβούνται το άγνωστο και τ’ απ’ αλλού φερμένο», όπως θα το έλεγε και ο Ελύτης -κι αυτό είναι λογικό- είτε -κι αυτό είναι παράλογο- κυρίως γιατί απειλείται το status, το αφήγημα και κυρίως το φυλλορόημα της αφελούς πελατείας κάποιων ηγετών.
  • Τέλος, η εκλογή Ακιντζί, με το 61% των Τουρκοκυπρίων να τον στηρίζουν ανατρέποντας όλα τα προγνωστικά στα κατεχόμενα, και συνάμα ο συνεπής και πειστικός λόγος αυτού του ηγέτη στο Κυπριακό, φαίνεται να έχουν ξυπνήσει την ελπίδα ξανά στους Ε/Κ πολίτες. Πριν από μερικούς μήνες, το 65% των Ε/Κ, όταν ερωτάτο, δήλωνε γενικά και αόριστα ότι επικροτεί τις συνομιλίες, αλλά δεν πιστεύει ότι τελικά θα βρεθεί λύση ομοσπονδίας. Σήμερα, λόγω της χημείας που εκπέμπει δημόσια το δίδυμο Αναστασιάδης - Ακιντζί, έχει επέλθει μια δραματική ανατροπή στις στάσεις της κοινής γνώμης, που φαίνεται να τρομάζει μερικούς.

Περί ομοσπονδίας

Η λύση ομοσπονδίας, εφόσον θα εφαρμοστεί εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου, υπό τις περιστάσεις αποτελεί την καλύτερη λύση που έχουμε ενώπιόν μας. Δεν είναι σαφώς αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής του συνόλου του κυπριακού λαού, αλλά προϊόν της ανάγκης που προκάλεσε η εισβολή διά του διαχωρισμού των Ε/Κ και των Τ/Κ. Αυτός ο διαχωρισμός μάς προσφέρει, σήμερα, αναγκαστικά δύο μόνο επιλογές: είτε της επανένωσης με κατευθυντήριες γραμμές τις συμφωνίες Μακαρίου - Ντενκτάς το 1977, είτε της διχοτόμησης και των δύο κρατών. Οι συμφωνίες αυτές έκαναν λόγο για διπεριφερειακή ομοσπονδία, με την κάθε κοινότητα να ελέγχει διοκητικά τη δική της περιφέρεια. Στη συνέχεια, η διπεριφερειακή βαφτίστηκε «διζωνική» - αλλά το όνομα δεν αλλάζει την ουσία.

Κάποιοι βέβαια μιλούν για την Κυπριακή Δημοκρατία του 1960 επικαλούμενοι τη νομιμότητα που έλκει από τις συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου, αρνούμενοι, όπως λένε, να αποδεχθούν τα τετελεσμένα της εισβολής. Αυτό το επιχείρημα, παρότι λογικοφανές, δεν είναι απολύτως συνεπές με τη λογική, και κυρίως με τα ιστορικά δεδομένα που έχουμε σήμερα ενώπιόν μας. Επιτρέψτε μου ορισμένες παρατηρήσεις:

  • Τα ίδιας λογικής άτομα που διαμαρτύρονται σήμερα κατά της λύσης ομοσπονδίας είναι οι επίγονοι όλων εκείνων που το 1960 εναντιώθηκαν στη λύση της Ζυρίχης, χαρακτηρίζοντας μάλιστα το Σύνταγμα δοτό και κατ’ επέκταση αντιδημοκρατικό. Είναι οι ίδιοι οι οποίοι θεωρούσαν ότι η Ζυρίχη έδωσε υπερπρονόμοια στους Τ/Κ. Αν δεν είναι απλώς υποκριτές, ας μας εξηγήσουν σήμερα πώς η Ζυρίχη έγινε «ευλογία»;
  • Η Κυπριακή Δημοκρατία του 1960 λειτούργησε σχετικά ομαλά μόνο για 3 χρόνια, δηλαδή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1963, όταν ξέσπασαν οι διακοινοτικές ταραχές και ακολούθησε η αποχώρηση των Τ/Κ από τους θεσμούς, με τον ταυτόχρονο εγκλεισμό τους στους θύλακες. Αυτή ήταν η πρώτη διχοτόμηση: θεσμική σε ό,τι αφορούσε τη λειτουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας και πολιτική σε ό,τι αφορούσε τη στάση των Τ/Κ.
  • Από το 1963 πέρασαν 52 χρόνια διαχωρισμού Ε/Κ και Τ/Κ με τον διαχωρισμό αυτό, μετά το 1974, να καθίσταται μόνιμος. Με τη διχοτόμηση de facto, χωρίς κανένας να ζητά την ανατροπή της με στρατιωτικά μέσα.

Αυτήν τη σκληρή πραγματικότητα την κατανόησε πρώτος ο Γλαύκος Κληρίδης, καταθέτοντας ευθαρσώς τη γνώμη του στην Γκαλερί Αργώ στις 6 Νοεμβρίου 1974, και γι’ αυτό χρειάστηκε να καρατομηθεί πολιτικά για να μπορέσει ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος το 1977 να πει ακριβώς το ίδιο, υπογράφοντας τη σχετική συμφωνία με τον Ραούφ Ντενκτάς.

Η ομοσπονδία είναι σήμερα το μοναδικό όχημα πραγματικής επανένωσης της χώρας μας, λόγω λειτουργίας της εντός της ΕΕ. Με εργαλείο την πλήρη εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια, παρά το ότι αυτό θα υλοποιηθεί σταδιακά, η λύση αναγκαστικά θα είναι ευρωπαϊκή, οπότε συμβατή με όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε αυτό όμως πρέπει να είμαστε ειλικρινείς πρώτα με τους εαυτούς μας: δεν μπορεί ένα πρόβλημα 52 ετών διαχωρισμού δύο κοινοτήτων να λυθεί την επομένη της υπογραφής της λύσης.

Αναστασιάδης - Ακιντζί

Θα χρειαστούν μήνες, ίσως και χρόνια, για να μπορέσει να επανέλθει η ομαλότητα, για να μπορέσουμε όλοι μας, Ε/Κ και Τ/Κ, να αισθανθούμε αφέντες στη χώρα μας. Ίσως γι’ αυτό αισθάνομαι μια πικρία για τις άδικες επιθέσεις που δέχεται ο Μουσταφά Ακιντζί, κι αυτό γιατί θεωρώ ότι είναι ο πρώτος Κύπριος πολιτικός που προσπαθεί για την επανένωση της χώρας μας χωρίς να βάζει την άμαξα μπροστά από τα άλογα. Για να επανενωθεί η Κύπρος, μας λέει, χρειάζεται να ξαναγίνει ολική, αρχίζοντας από την επανένωση των μονόπλευρών ιστοριών μας. Αυτό είναι που τρομάζει κάποιους πολιτικούς μας οι οποίοι βλέπουν μπροστά στην καθαρή αλήθεια να χάνονται τα επιχειρήματα και οι ατάκες τους στον σκουπιδότομο της ιστορίας. Ο λόγος του Ακιντζί, με λίγα λόγια, ενώνει τους Κυπρίους και δεν τους διαχωρίζει, κάτι που έκανε και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στην ομιλία του κατά την επέτειο της εισβολής. Το αφήγημα Αναστασιάδη - Ακιντζί είναι ιστορικά ακριβές πλέον και όχι προπαγανδιστικό. Μιλούν για τον πόνο των ανθρώπων και την κοινή κυπριακή τραγωδία. Των Τ/Κ το 1963-1974 και τον πόνο των Ε/Κ μετά το 1974. Ο Ακιντζί μιλά για πόλεμο το 1974 -και το λέει κατάμουτρα στον Ερτογάν- και όχι για ειρηνευτική επιχείρηση. Ο Αναστασιάδης μιλά για την αδυναμία μας ως Ε/Κ να προστατεύσουμε τη Δημοκρατία και τους Τ/Κ εντός του Συντάγματος της Ζυρίχης. Μιλούν και οι δύο για την ανάγκη όλων των Κυπρίων να ζήσουν υπό συνθήκες ειρήνης, ασφάλειας και ευημερίας σε αυτόν τον τόπο.
Βεβαίως κανείς δεν έχει αυταπάτες. Ο Ακιντζί στις συνομιλίες θα υπερασπιστεί τα δικαιώματα της κοινότητάς του και ο Νίκος Αναστασιάδης τα των Ελληνοκυπρίων. Όμως, και οι δύο μοιράζονται το ίδιο όραμα. Και αυτό λέει σε όλους μας πολλά, γιατί στην πράξη δεν επιδέχεται άλλης ερμηνείας: είναι μια ηρωική ανάληψη ευθύνης.     

Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Το ΄Εθνος των Πιθήκων





Εκτονώθηκε το ντελίριο αξιοπρέπειας και αγωνιστικότητας στα βουλευτικά έδρανα στην Αθήνα. Στη Λευκωσία κάποιοι πολιτικοί άρχισαν να ξαναβάζουν τις γραβάτες, ενώ κι αυτή η στρίγγλα η Μέρκελ και οι γερμανοτσολιάδες οι Φινλανδοί ψήφισαν άλλα 80 δισ. για τη διάσωση της Ελλάδας. Μαίνονταν βέβαια κάποιες πυρκαγιές, που προφανώς τις έβαλαν κάποιοι ξένοι πράκτορες, αλλά πού θα πάει; Άμα κατάφερε να σβήσει την πυρκαγιά στον ΣΥΡΙΖΑ ο Τσίπρας, θα φοβηθεί μια φωτιά στη Λακωνία; 

Το ερώτημα βέβαια είναι άλλο: Το έθεσε αρκετά ενωρίς ο Καβάφης και είναι δυστυχώς θεμελιακό: Τι θα απογίνουμε χωρίς βαρβάρους; Είναι το ερώτημα που τίθεται για κάθε υπανάπτυκτο έθνος που δεν μπορεί να ιδωθεί στον καθρέφτη, που δεν μπορεί να πάρει την Ιστορία στα χέρια του, που τα φορτώνει όλα στους άλλους, με αποτέλεσμα να διεκτραγωδεί τη μοίρα του, αναδεικνύοντας με θράσος πιθήκου, δίκην κουλτούρας και διαλεκτικής σκέψης, τη μιζέρια σε όλα τα πεδία ως ύπατο χαρακτηριστικό της φυλής. 

Γεννήθηκα στην Κύπρο, σπούδασα στην Ελλάδα, αλλά χρειάστηκε να ζήσω αρκετά χρόνια στη Νέα Υόρκη για να μπορέσω να συνειδητοποιήσω αυτό που είπε ο Σωκράτης. Ότι δηλαδή «το να είσαι Έλληνας δεν είναι θέμα καταγωγής, αλλά αγωγής».
 
Εμείς οι Έλληνες
  
Δεν είμαι σε θέση να κρίνω συνολικές θεωρίες ούτε να κάνω τελεολογικές προβλέψεις. Διαισθητικά πάντως αυτό που είπε ο Φουκουγιάμα για το τέλος της Ιστορίας ίσως να ταιριάζει στο ελληνικό Έθνος. Κάποτε, βέβαια, αυτός ο Σωκράτης και ο μαθητής του ο Πλάτωνας είχαν πει σπουδαία πράγματα. Αλλά ποιος νοιάζεται; Ο σπουδαιότερος Έλληνας, εξάλλου, σύμφωνα με την ετυμηγορία του ελληνικού λαού, δεν είναι ούτε ο Σωκράτης, ούτε ο Πλάτων, ούτε ο Αριστοτέλης, ούτε καν ο Δημόκριτος, ο Ηράκλειτος και ο Ευκλείδης. Είναι ο Μέγας Αλέξανδρος. Το κύριο αφήγημα της ελληνικής Ιστορίας, και σε αυτό συμπεριλαμβάνω και τους Έλληνες της Κύπρου, ήταν και είναι ότι ο ελληνισμός επιβίωσε μέσα από μεγάλα κατορθώματα, άθλους του Ηρακλέους, Θερμοπύλες, Σαλαμίνες, με τον Μέγα στρατηλάτη Αλέξανδρο να περνά στη συνέχεια τον Γρανικό Ποταμό και να κατατροπώνει τους Πέρσες. Με τον Ηράκλειο και τον Νικηφόρο Φωκά να επαναλαμβάνουν τα κατορθώματα του μετά από μερικές εκατοντάδες χρόνια.

Έχω την εντύπωση ότι το τέλος της Ιστορίας για τους Έλληνες έχει σημειωθεί με την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Στη συνέχεια έχουμε την Οθωμανική περίοδο, με την Επανάσταση του 1821 απλώς να θεμελιώνει την μετα-Οθωμανική περίοδο. Πάντοτε πρωταγωνιστές και στις δύο περιόδους οι κλέφτες και οι αρματολοί σε μια αντιπαραγωγική σχέση. Οι κλέφτες κλέβουν το διεφθαρμένο Δημόσιο και το Δημόσιο πληρώνει τους αρματολούς να το προστατεύουν ώστε να παραμείνει διεφθαρμένο. Στην, Κύπρο από την άλλη, ο Ονήσιλος, ο Ρε Αλέξης, ο Ιωαννίκιος και οι ήρωες της ΕΟΚΑ δεν μας αφήνουν επίσης να λοξοκοιτάξουμε. 

Ποιος εξάλλου θέλει να ξέρει τον μέγα Κύπριο ιδρυτή της Στωικής Φιλοσοφίας Ζήνωνα Κιτέα και κυρίως να αντιλαμβάνεται τι δίδαξε; Ποιος ξέρει τον Δημώνακτα τον Κυνικό και τη ρήση του: «Mόνον ευδαίμονα έφη τον ελεύθερον, εκείνον νομίζω τον μήτε ελπίζοντά τι μήτε δεδιότα», δηλαδή, «ο αληθινά ευτυχισμένος είναι ο ελεύθερος. Μιλώ για εκείνον που μήτε ελπίζει μήτε φοβάται τίποτα», απόφθεγμα που ευτυχώς αντέγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης ζητώντας να γραφεί στον τάφο του: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δε φοβούμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος». 
Ας μην αναφερθούμε στον Κλέαρχο τον Σολέα, τον μαθητή του Αριστοτέλη, τον Περσαίο τον Στωικό και τόσους άλλους. Δεν χρειάζεται! 

Ήδη ποδοπατηθήκαμε από τις παντόφλες του νεοφανούς αγίου Παϊσίου, χαθήκαμε στα απατηλά δόγματα της Αριστεράς και στα αρματολίκια της Δεξιάς, χάνοντας το τρένο του Διαφωτισμού. Μείναμε με τους κόκκινους και τους μπλε απατεώνες να μας κυβερνούν.
 
Το παράπονο
 
Οι πιο πάνω σκέψεις, δίκην πλίνθων και κεράμων ατάκτως ερριμμένων, ίσως ξενίσουν μερικούς. Παράπονο είναι περισσότερο, για την κατάντια του έθνους. Απότοκο της έλλειψης παιδείας, η ανυπαρξία της οποίας μας έχει καταστήσει ως ελληνισμό ανοχύρωτη πολιτεία. Παράπονο φρικτό γιατί κάποιοι νομίζουν ότι μπορούν να είναι αξιοπρεπείς και περήφανοι χαιρετώντας ανόητους στρατηγούς, χειροκροτώντας τανκς και πυραύλους, βροντοφωνάζοντας ΟΧΙ, βάζοντας φωτιές σε καλάθους των αχρήστων, καταργώντας δηλαδή τον διάλογο που εφηύραν πρώτοι κάποιοι Έλληνες τους οποίους επικαλούμαστε επιλεκτικά. Ας μην μιλήσουμε εδώ για επιστήμη και καινοτομία γιατί θα πρέπει να κάνουμε ομαδικά χαρακίρι.

Είμαι γενικά απαισιόδοξος, αλλά το τελειωτικό κτύπημα μου το έδωσε ο γιος μου ο Κρίτων, επιστρέφοντας προχθές από την Ολλανδία όπου είχε μεταβεί για τις ανάγκες της εγγραφής του στο μεταπτυχιακό της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Leiden. Κάπου εκεί στην καφετέρια του Πανεπιστημίου γνώρισε μια Ολλανδή δεσποινίδα, ήδη απόφοιτο της Νομικής, από την οποία επιχείρησε να αντλήσει πληροφόρηση για το πρόγραμμα. Προηγούνται πάντοτε βέβαια οι συστάσεις: Aliet η κοπέλα, με «τον δικό μου» να αρχίζει να συλλαβίζει το όνομά του: Κέι , Αρ, Άι, Τι, Όου, Εν: Kriton.

Η δεσποινίς σχεδόν γέλασε: «Τον ξέρω τον Κρίτωνα. Ήταν μαθητής του Σωκράτη. Είναι διάλογος του Πλάτωνα από τη γνωστή τετραλογία Ευθύφρων, Κρίτων, Απολογία, Φαίδων. Κάναμε αυτούς τους διαλόγους στο Λύκειο και μπορώ να σου πω ότι αποφάσισα να γίνω νομικός γιατί οι θέσεις που διατύπωσε ο Σωκράτης κυρίως στον ‘Κρίτωνα’ και στην ‘Απολογία’ με δίδαξαν ότι αξίζει τον κόπο κάποιος να αγωνίζεται για την επικράτηση της δικαιοσύνης και το κράτος δικαίου».

Υπάρχει μαθητής στην Ελλάδα ή στην Κύπρο που θέλει να σπουδάσει στη Νομική και δικαιολογεί την επιλογή του με τέτοιο επιχείρημα, όντας έτοιμος το μεγαλείο κάποιων σοφών Ελλήνων να το κάνει στάση ζωής; Ποιος στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο κληρονόμος της ελληνικής σκέψης; Η Ολλανδή Aliet ή τα δικά μας παιδιά; Τώρα θα μου πείτε φταίνε οι μαθητές;

Ποιος καθηγητής φιλολογικών ασχολείται σήμερα με το περιεχόμενο των αρχαίων κειμένων; Ταράζουν τους μαθητές στην ταυτοπροσωπία και την ετεροπροσωπία, στον ορισμό της κατηγορηματικής μετοχής και με τι συντάσσεται το πυνθάνομαι. Τους ταράζουν στη στείρα προγονοπληξία με κυρίαρχο αφήγημα μεγάλες μάχες και ήρωες που ξεστομίζουν μολών λαβέ και ΟΧΙ, πυρπολούν τα Σούσα, σφάζουν αλύπητα στα Δερβενάκια και την Τριπολιτσά, τινάζουν πυριτιδαποθήκες στα Κούγκια και στις μονές Αρκαδίου ή θυσιάζονται σε κρησφύγετα στο Δίκωμο και τον Μαχαιρά... και να ’την καπάκι και τη δήλωση του Τσόρτσιλ: «Μέχρι τώρα λέγαμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες. Από σήμερα θα λέμε ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες». Κάπως έτσι πήγαν να δώσουν τη μάχη οι Ελλαδίτες πρωθυπουργοί και οι Κύπριοι Πρόεδροι. Μόνο που πήγαν στη μάχη σαν ήρωες και επέστρεψαν χωρίς πανοπλία δεμένοι πισθάγκωνα.

Ποιος καθηγητής Μαθηματικών ή Φυσικής εξηγεί στους μαθητές ότι η απορία γεννά τη διερεύνηση, η διερεύνηση παράγει γνώση, κωδικοποιεί την επιστήμη, προάγει την καινοτομία και οδηγεί ένα έθνος, βασισμένο στα δικά του ποδάρια, στην ευημερία; Πώς αλλιώς να εξηγηθεί ότι η βιομηχανική επανάσταση δεν έφτασε ποτέ στα μέρη μας αφού η εκπαίδευσή μας ποτέ δεν φτάνει στο κυρίως πιάτο; Μια σαλάτα είναι με ολίγα ορεκτικά περί δημοκρατίας και φιλοσοφίας, κάτι ασκήσεις και τύποι μαθηματικών που επιλύονται μηχανικά και μετά καλωσορίσατε στον κόσμο των ψευδαισθήσεων. Στη ζούγκλα των Νεοελλήνων.
 
Σαν έτοιμοι από καιρό

Και ιδού έτοιμος ο Νεοέλλην, ο οποίος μη έχοντας τα εφόδια να λειτουργήσει ως λέοντας που του λένε ότι είναι, συμβιβάζεται με τα πιθηκοειδή πηδώντας από κλαδί σε κλωνάρι και μιμούμενος τα υπόλοιπα ζώα. Υποδύεται τον περήφανο και αξιοπρεπή λέοντα, συμπεριφέρεται ως ξεροκέφαλος ταύρος, πολλάκις δε κινείται ως επηρμένη γαλοπούλα. Παραμένει όμως πάντοτε ένας ενοχλητικός και απειθάρχητος πίθηκος.

Κάπου εκεί στη ζούγκλα οι Νεοέλληνες δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν ότι έχασαν τον ειρμό της σκέψης του Σωκράτη, όπως την περιγράφει ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του. Όλα χρειάζονται. Και ο ηρωισμός και η αξιοπρέπεια, αλλά μέσα από μια σύνθεση που μόνο η παιδεία μπορεί να μας προσφέρει: «Η ιδεώδης πολιτεία χαρακτηρίζεται από τέσσερις αρετές: σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη και δικαιοσύνη». Η δικαιοσύνη κατά τον Πλάτωνα είναι ο άξονας της ισορροπίας στην ηθική και την πολιτική. Εφόσον στην πολιτεία υπάρχει αίσθηση του δικαίου και η απαραίτητη τάση για αυτοκριτική, τότε και η ψυχή του κάθε πολίτη διάγει εν πλήρη αρμονία. Αν δεν επενδύσουμε στην παιδεία των νέων μας, δεν θα φτάσουμε ποτέ εκεί.


Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Γιατί τα κράτη αποτυγχάνουν;

Ο τίτλος δεν είναι δικός μου. Τον αλιεύω, όπως και πολλά από τα συμπεράσματα του καταπληκτικού βιβλίου των Ντάρον Ατζέμογλου και Τζέιμς Ρόμπινσον. Το ερώτημα που θέτουν οι δύο συγγραφείς είναι καίριο και ταυτόχρονα επίκαιρο, αν αναλογιστεί κανείς τα πάθη και τα παθήματα των Ελλήνων, τόσο στην Ελλάδα όσο και την Κύπρο.
Γιατί κατέρρευσαν η Ελλάδα και η Κύπρος και όχι η Δανία και το Λουξεμβούργο, για να χρησιμοποιήσω περίπου αντίστοιχα μεγέθη χωρών; Τι να φταίει άραγε; Η γεωγραφία; Το κλίμα; Ο πολιτισμός; Η μοίρα;

Η Νογκάλες

Για να επιστρέψουμε στους δύο συγγραφείς, ξεκινούν το βιβλίο τους με αναφορά στην πόλη Νογκάλες, στα σύνορα ΗΠΑ - Μεξικού. Η μισή πόλη ανήκει στις ΗΠΑ, στην πολιτεία Αριζόνα, η άλλη μισή στην επαρχία Σονόρα του Μεξικού. Οι κάτοικοι είναι όλοι ισπανόφωνοι, έχουν την ίδια κουλτούρα, πολλοί από αυτούς είναι συγγενείς και φίλοι.

Το Νογκάλες των ΗΠΑ έχει κατά κεφαλήν μέσο εισόδημα 30.000 δολάρια, η πλειονότητα των ενηλίκων είναι απόφοιτοι λυκείου, ο πληθυσμός έχει υψηλό προσδόκιμο ζωής, οι υπηρεσίες ηλεκτροδότησης, τηλεφωνίας, αποχέτευσης, ύδρευσης, συγκοινωνίας λειτουργούν ικανοποιητικά, και υπάρχει αίσθημα ασφάλειας. Ο πολίτης εκεί θεωρεί ότι η κυβέρνηση, παρά τις ανεπάρκειές της και τα κρούσματα διαφθοράς, είναι ο αντιπρόσωπός του και μπορεί με την ψήφο του να αντικαταστήσει τον δήμαρχο, τους βουλευτές, τους γερουσιαστές, ακόμη και τον κυβερνήτης της πολιτείας.

Αντιθέτως, στην άλλη πλευρά του φράχτη, στο μεξικανικό Νογκάλες, το κατά κεφαλήν εισόδημα μόλις υπερβαίνει τα 5.000 δολάρια και θωρείται αρκετά υψηλό για τη χώρα. Οι περισσότεροι ενήλικοι δεν έχουν απολυτήριο λυκείου, πολλοί έφηβοι δεν πηγαίνουν σχολείο, οι μητέρες ανησυχούν για τα υψηλά επίπεδα βρεφικής θνησιμότητας, οι δημόσιες αρχές παρέχουν ελλιπείς υπηρεσίες, οι δρόμοι βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Όσο για την τήρηση της τάξης, ούτε λόγος. Η εγκληματικότητα είναι μεγάλη. Η δε επιχειρηματικότητα βρίσκει τεράστια γραφειοκρατικά εμπόδια. Για την απόκτηση οποιασδήποτε άδειας είναι απαραίτητο το λάδωμα των ανθρώπων σε θέσεις-κλειδιά. Οι ψηφοφόροι έρχονται καθημερινά σε επαφή με τη διαφθορά και την ανικανότητα των πολιτικών, τους οποίους δεν μπορούν να τιμωρήσουν, καθώς δεν υπάρχουν αυτόνομοι θεσμοί και κρατούσα αντίληψη, αφού μέχρι το 2000 η πόλη, όπως και όλο το Μεξικό, τελούσε υπό τον διεφθαρμένο έλεγχο του Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος.



Η Δανία και το Λουξεμβούργο

Γεωγραφικά, κλιματικά, ακόμα και πολιτιστικά, ούτε η Δανία ούτε το Λουξεμβούργο δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν χώρες προνομιούχες σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο. Γιατί όμως οι δύο αυτές χώρες, με βάση το παράδειγμα των Ατζέμογλου και Ρόμπινσον, μάλλον είναι το Νογκάλες των ΗΠΑ, και γιατί η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται πιο κοντά στο Νογκάλες του Μεξικού, αν κρίνουμε από τις κλάψες των πολιτικών μας για φτωχοποίηση, κοινοτικά παντοπωλεία και παιδιά πεινασμένα; Τόσο το Λουξεμβούργο όσο και η Δανία συγκαταλέγονται στις 10 πρώτες χώρες με το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα, διαθέτοντας κράτη προνοίας τα οποία όλοι ζηλεύουν. Το Λουξεμβούργο στηρίζεται στον τραπεζικό τομέα και στον τουρισμό, αλλά δεν κατέρρευσε όπως η Κύπρος. Η Δανία, με 6 εκατ. πληθυσμό, είναι χώρα κυρίως αγροτική, επενδύει στο εμπόριο, τη ναυτιλία, και έχει λίγο πετρέλαιο, όπως και η Ελλάδα. Γιατί άραγε αυτή η χώρα προοδεύει συνεχώς;

Ας συνεχίσουμε να ρωτάμε φέρνοντας και άλλα παραδείγματα: γιατί το Δυτικό Βερολίνο στα χρόνια της διαίρεσής του είχε δεκαπλάσιο κατά κεφαλήν εισόδημα από το Ανατολικό Βερολίνο; Γιατί η Νότιος Κορέα είναι σήμερα μια από τις πιο ραγδαία αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ στη Βόρειο Κορέα οι κάτοικοι τρώνε ψάρι ή κατεψυγμένο κρέας κάθε φορά που έχει γενέθλια ο Κιμ Γιονγκ-ουν;




Η διαφορά

Τι διαθέτουν άραγε το Νογκάλες των ΗΠΑ, η Δανία, το Λουξεμβούργο και η Νότιος Κορέα, που δεν διαθέτουν το Νογκάλες του Μεξικού, η Κύπρος, η Ελλάδα και η Βόρειος Κορέα;
Η διαφορά θα πρέπει να εντοπισθεί στο σύστημα, είτε αυτό είναι το εκπαιδευτικό είτε το οικονομικό ή το πολιτικό. Η διαφορά έγκειται στην ποιότητα της δημοκρατίας και στους ισχυρούς θεσμούς που την περιβάλλουν, κάποτε λειτουργώντας συνθετικά και κάποτε ανταγωνιστικά. Εν ολίγοις, η διαφορά έχει να κάνει με την αποκέντρωση των εξουσιών, για να μπορούν να ελέγχουν ο ένας τον άλλο, επιτρέποντας έτσι την υπερίσχυση της διαφάνειας και τη δημιουργία μιας κουλτούρας που θέτει όρια. Τα όρια στη συγκεκριμένη περίπτωση ονομάζονται νόμοι, και σε αυτές τις χώρες, ως μέση αντίληψη, κυριαρχεί η θέση ότι κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου.

Στις χώρες που οι πολιτικοί μέσω της διαπλοκής τους με το οικονομικό κατεστημένο είναι υπεράνω του νόμου, δηλαδή κυβερνούν διά των νόμων που ψηφίζουν για τους ...άλλους, δεν λειτουργούν πραγματικά οι θεσμοί, δεν μπορεί να λειτουργήσει το δημοκρατικό σύστημα. Στις χώρες που υπάρχει κράτος δικαίου, δηλαδή οι νόμοι ισχύουν για όλους, υπάρχουν καλύτερες ισορροπίες και, κυρίως, αποτελεσματικότερος έλεγχος της αυθαιρεσίας. Με ρώτησε κάποτε ένας Ολλανδός φίλος: «Τι πιθανότητες έχει να συλληφθεί στην Κύπρο ένας επιχειρηματίας που παρανομεί;». Πριν από μερικά χρόνια, επειδή παρανομούσε με την ευγενή και ιδιοτελή στήριξη του κράτους και των κομμάτων, καμία! Σήμερα ίσως υπάρχει 5% πιθανότητα να συλληφθεί. Στην Ολλανδία, που θεωρείται μια από τις πιο διεφθαρμένες Δυτικές χώρες, το ποσοστό αυτό βρίσκεται στο 50%. Οπότε, ένας
επιχειρηματίας ξέρει ότι κάθε απατεωνιά ενέχει σοβαρό ρίσκο.




Κύπρος και Ελλάδα

Στην Κύπρο και την Ελλάδα φαινομενικά λειτουργούν κράτη δικαίου. Στην πραγματικότητα, οι θεσμοί υπάρχουν για να δημιουργούν άλλοθι και για να συγκαλύπτουν την ασυδοσία που έχουν επιβάλει οι πολιτικοί, τα κόμματα, μια επιχειρηματική ελίτ που κυβερνά αόρατα και μια μαφιόζικη ελίτ που λειτουργεί παράπλευρα σε συνεργασία με τη σκοτεινή όψη των πολιτικών μας.

Το τραγικότερο όλων στις χώρες μας είναι ότι ο λαός εμφανίζεται ως θύμα. Συνήθως από τις πολυθρόνες του, ενίοτε δε και από κάποιες πλατείες, διαμαρτύρεται για την αδικία που τον βρήκε. Διαμαρτύρεται, αλλά ώς στις επόμενες εκλογές πάει και ψηφίζει σαν καλός πελάτης τα ίδια και τα ίδια. Προφανώς, κάποιοι του έταξαν και πάλιν διορισμούς, θέσεις, καλύτερες μέρες, και τους πίστεψε. Κάποιοι άλλοι διαμαρτύρονται, αλλά δεν εμπλέκονται στην πολιτική ενόσω αναζητούν λύσεις. Στην καλύτερη περίπτωση απέχουν, επιτρέποντας στους διεφθαρμένους πολιτικούς να τον κυβερνούν εις τον αιώνα τον άπαντα.

Η Μπανανία

Εν κατακλείδι, δεν χρειάζονται μαγικές λύσεις για να λύσουμε τα προβλήματά μας. Χρειάζεται να λειτουργήσει σωστά η δημοκρατία, και μέσω αυτής ανεξάρτητοι, ανταγωνιστικοί και αλληλοελεγχόμενοι θεσμοί, στελεχωμένοι από προσωπικότητες και όχι από υποτακτικά ανθρωπάκια. Πότε θα φτάσει άραγε αυτή η μέρα στον τόπο μας;

Ίσως γελάσετε με αυτό που θα πω, αλλά θα φτάσει την ευλογημένη εκείνη στιγμή που ένας νεαρός αστυνομικός της Τροχαίας θα σταματήσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τη συνοδεία του για υπέρβαση ορίου ταχύτητας, θα του χώσει στη μούρη ένα γερό πρόστιμο και θα τον κλητεύσει στο δικαστήριο για επικίνδυνη οδήγηση, όπως ορθά κάνει με όλους εμάς. Από εκείνη τη μέρα θα αρχίσουν να λειτουργούν οι θεσμοί, και η Κύπρος από Μπανανία θα μετεξελιχθεί σε Δημοκρατία. Τόσο απλά!

Η μέρα που θα χαράξει η δημοκρατία

Το ερώτημα για κάποιους που κρυφογελούν είναι «πότε;». Η απάντηση δεν μπορεί να είναι απλοϊκή:
για να μπορέσει ένας νεαρός αστυνομικός να δώσει κλήση στον Πρόεδρο, σε έναν υπουργό, στον γενικό εισαγγελέα, για να μπορέσει ένας απλός υπάλληλος του εσωτερικού Ελέγχου στο υπουργείο Εσωτερικών να υποβάλει την έκθεσή του στον υπουργό και την επομένη να αποπεμφθούν δέκα υπάλληλοι που παίρνουν αποδεδειγμένα μίζες για να εκδίδουν βίζες, για να μπορέσει ο γενικός ελεγκτής να καλέσει τους μιζαδόρους εργολάβους του ΣΑΠΑ και να τους πει «επιστρέψτε τα 50 εκατ.», εκ των οποίων τα μισά έχουν πάει στα κόμματα, για να μπορέσει ένας απλός ψηφοφόρος να ψηφίσει έναν βουλευτή γιατί είναι τίμιος και όχι γιατί του τάζει ότι θα βολέψει τα παιδιά του, ίσως χρειαστούμε -υπό προϋποθέσεις- δύο ακόμα γενιές ταλαιπωρημένων Κυπρίων:

  • Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε αν όλοι μας σήμερα, κάνοντας αυτοκριτική, δεχθούμε ότι είμαστε χωμένοι στη διαφθορά.
  • Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε αν συνειδητοποιήσουμε ότι αυτήν την Μπανανία δεν μπορούμε να την παραδώσουμε στα εγγόνια μας.
Αν κάνουμε αυτές τις ηρωικές παραδοχές, τότε ίσως θα μπορέσουμε να φτιάξουμε την παιδεία αυτού του τόπου, την οποία υπονομεύουν πρώτοι και καλύτεροι οι εκπαιδευτικοί, μέσω της οποίας θα πλάσουμε τους νέους και υπεύθυνους ανθρώπους που χρειάζεται η Κύπρος. Ίσως μπορέσουμε να έχουμε στο μέλλον σοβαρούς πολιτικούς 
που δεν θα λαϊκίζουν και δεν θα τα παίρνουν κάτω από το τραπέζι.
Διαφορετικά πάντα θα υπάρχει κάποιος Σόιμπλε, κάποια Λακάρντ και κάποιος Ντάισελμπλούμ στον οποίο, δικαίως ή αδίκως, θα φορτώνουμε την κακοτυχία μας αποποιούμενοι τις δικές μας ευθύνες.  ποίο, δικαίως ή αδίκως, θα φορτώνουμε την κακοτυχία μας αποποιούμενοι τις δικές μας ευθύνες.      


Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Για ποια κρίση μιλάμε;

Ένα καλό ερώτημα θα ήταν, για ποια κρίση μιλάμε; Αν παρακολουθήσει κανείς τα συλλαλητήρια, τα διαγγέλματα πολιτικών, τραγουδιστών, δημοσιογράφων και τις ατάκες απλών ανθρώπων ανά τα οδούς και τας ρύμας των Αθηνών, της Λευκωσίας και αλλαχού, μάλλον το μυαλό μας πάει σε ...νευρική κρίση. Έχουμε ενώπιόν μας όμως την πλουσιότερη γλώσσα στον κόσμο με τη λέξη «κρίση» να επιδέχεται άπειρες ερμηνείες.

Η κρίση, «κρίσις» στα αρχαία, προέρχεται από το ρήμα κρίνω, το οποίο είχε αρχική σημασία «διαχωρίζω, κοσκινίζω» και ήδη από τον Όμηρο «αποφασίζω» και αργότερα «δικάζω». Στην αρχαιότητα τα «Κριτήρια» ήταν τα δικαστήρια, σημασία που συντηρείται και σήμερα σε χριστιανικά κείμενα, αφού έχουμε το «φοβερό κριτήριο», το δικαστήριο δηλαδή της μέλλουσας κρίσης, ενώ Κρίση με κεφαλαίο αποκαλούν οι Χριστιανοί τη Δευτέρα Παρουσία («η ώρα της Κρίσεως ενώπιον του Θεού»). Την περασμένη Τρίτη -μάλλον ήταν αναμενόμενο - ο Ύψιστος δεν μας έκάνει την τιμή, αλλά σίγουρα ημέρα της κρίσεως έως και την Κυριακή θα είναι και για τους Τσίπρηδες και για τους Σαμαράδες και τους Βενιζέλους και τους Καμμένους και τους Σόιμπλε με τα τσογλάνια του και τον μικρό Φρανσουά Ολάντ. Ελπίζω μόνο να μην χτυπήσει η καμπάνα και για τους κατακαημένους Έλληνες όπως τραγουδά και ο Χατζηαβάτης και ο Σαββόπουλος στον Καραγκιόζη.

Κρίση είναι επίσης η αξιολόγηση π.χ. των στρατιωτικών που έχουν τις ετήσιες κρίσεις τους και οι οποίοι σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας της Ελλάδας «εγγυώνται την εσωτερική ασφάλεια του κράτους». Κρίση λέμε και την ξαφνική και βίαιη επιδείνωση μιας αρρώστιας και γενικά την εμφάνιση οξέων συμπτωμάτων, όπως την κρίση γλωσσοδιάρροιας που παθαίνει η Ζωή Κωνσταντοπούλου ή ο Ζουράρις. Μας έρχεται επίσης αβίαστα και η οικονομική κρίση (αλλά ποιος νοιάζεται όταν προέχει η καρέκλα)  και οι συναφείς (π.χ. ενεργειακή κρίση) αλλά και οι άλλες μεταφορικές χρήσεις της λέξης, όπως η κρίση συνείδησης, η κρίση ταυτότητας. Για να έχεις βέβαια κρίση συνείδησης ή ταυτότητας επιβάλλεται πρωτίστως να διαθέτεις συνείδηση και ταυτότητα, αξίες που ως γνωστόν σπανίζουν τόσο στον πανελλήνιο χώρο της πολιτικής, όσο και διεθνώς. 

Η αξιολόγηση

Η λέξη κρίση έχει βέβαια και μια άλλη σημασία την οποία δεν μπορούμε να ξεχνούμε, απεναντίας στον ελληνικό χώρο την έχουμε απολύτως ανάγκη. Μπορεί σήμερα να βρισκόμαστε προ μιας σοβαρής οικονομικής κρίσης, αλλά για να την αντιμετωπίσουμε απαιτείται και μια άλλη κρίση που δεν διαφέρει από την ικανότητα να εκτιμούμε σωστά τις καταστάσεις. Ο Μπαμπινιώτης στο λεξικό του την ταυτίζει με τη λογική, ίσως μάλιστα να μπορούσε να σκαρφαλώσει στην κλίμακα του Μπλουμ, στις ανώτερες δηλ. βαθμίδες της νόησης και να σημαίνει και τη δυνατότητα αξιολόγησης.

Ακούω τις τελευταίες μέρες διάφορους πολιτικούς και δημοσιογράφους να καταφεύγουν στο κλισέ «ο λαός έχει μνήμη και κρίση» και είμαι σίγουρος ότι από μέσα τους γελάνε. Κάποιοι μάλιστα πιο βαρύγδουποι έθεταν στον λαό και ερωτήσεις κρίσεως, όπως «Τι θα ψηφίσεις σήμερα στο δημοψήφισμα;» περιγράφοντας στη συνέχεια τη σημερινή συννεφιασμένη Κυριακή ως την «ημέρα της κρίσεως». «Σήμερα θα κριθούν όλοι και όλα», αλλά πονηρέ πολιτευτή δεν κρίθηκαν όλοι και όλα όταν για δεκαετίες εξέθρεψες διά του λαϊκισμού την ανευθυνότητα σε ένα ολόκληρο Έθνος;  Με ποια ανόητα κριτήρια θα κριθούν όλα άραγε;
• Θα κριθεί κατά πόσο η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ ή θα περάσει στη δραχμή;
• Θα κριθεί η δυνατότητα της Ελλάδας να διαπραγματευθεί με αξιοπρέπεια την παραμονή της στο ευρώ;
• Θα κριθεί κατά πόσο ως καλός ευρωλιγούρης σε μια κοινωνία του ενός τρίτου, θα έχεις μισθούς, ασφάλεια και συντάξεις;
• Θα κριθεί κατά πόσο θα παραμείνεις περήφανος Έλλην ή θα καταστείς γερμανοτσολιάς;

Τα πραγματικά κριτήρια

Δυστυχώς, όπως το έφερε η συγκυρία και κυρίως η ανοησία, το  δημοψήφισμα δεν έθεσε τα πραγματικά κριτήρια για το μέλλον τού πιο υπέροχου πειράματος στην ιστορία της ανθρωπότητας: της ενωμένης Ευρώπης.
• Ιδρύθηκε για να σκοτώσει τον εθνικισμό και κατέληξε να συντηρεί εθνικές πολιτικές και συμφέροντα κεφαλαιοκρατών και τραπεζιτών, με τους Γερμανούς για μια ακόμα φορά να αποδεικνύουν ότι έχουν πειθαρχία, αλλά μηδενικό όραμα.
• Ιδρύθηκε για να δημιουργήσει μια νέα σύνθεση, πολιτική και κοινωνική, με την Ελλάδα όμως να δίνει ένα κάκιστο παράδειγμα ότι δεν θέλει να αλλάξει, αλλά προτιμά να ζει στη λογική των κλεφτών και των αρματολών του 1821 και του μεταπολιτευτικού «άρπα-κόλλα».
• Ιδρύθηκε για να εξορθολογίσει την πολιτική σκέψη, επιβάλλοντας από τα κάτω προς τα πάνω μιαν αυτοκρατορία δικαίου όπως την ονειρεύτηκε ο Μοντεσκιέ: Ποιο είναι το ηθικό δίλημμα εδώ και πού πάει το δίκαιο; Φταίει αυτός που δανείζεται ανεύθυνα ή αυτός που δανείζει ανεύθυνα; Μήπως άραγε φταίνε κι οι δυο; 

Η Ευρώπη μέχρι προχθές, έχοντας μνήμη και κυρίως κρίση, επιβίωνε αφήνοντας πίσω της δύο μεγάλους πολέμους, άπειρες μάχες, μετακινήσεις πληθυσμών, σφαγές και εξανδραποδισμούς. Σήμερα δείχνει αδύναμη κι ανήμπορη να διαχειριστεί μια διαφορά 800 εκατ. ευρώ! Όσα περίπου στοίχιζαν δυο-τρία καρβέλια ψωμί και ένα-δύο λίτρα γάλα, στη μεσοπολεμική Γερμανία! Στα τέλη του 1923 στη Γερμανία, λόγω καλπάζοντος πληθωρισμού, ένα λίτρο γάλα κόστιζε 26 δισ. μάρκα και ένα καρβέλι ψωμί 105 δισεκατομμύρια.


Ο Τσίπρας, η Μέρκελ, ο Ντάισελμπλουμ, η Λακάρντ και ο Μοσκοβισί μπορεί να διαβάζουν καλά το σενάριο τού εκ πρώτης όψεως απλοϊκού έργου που έχουν μπροστά τους. Νομίζουν ότι κρίνουν σωστά και αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει στο θέατρο των καιρών τους, θεωρώντας ότι το όραμα των ευρωπαϊκών λαών μετριέται σε χαρτονομίσματα. Κάπου εδώ αναζητείται και η πολυδιαφημισθείσα κριτική σκέψη και το τέλος ή όχι των ψευδαισθήσεων. Αναλόγως των εξελίξεων οι πιο πάνω  δεν θα κριθούν όμως ποτέ ως μεγάλοι ηθοποιοί ή πολιτικοί, γιατί δεν αντιλαμβάνονται τις επιπτώσεις που θα προκύψουν από όσα δεν γίνονται ή δεν φαίνονται εκ πρώτης όψεως. Ίσως το σενάριο αποδειχθεί ότι δεν είναι τόσο απλοϊκό, όσο φαίνεται.

Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Εμείς οι αιωνίως... losers


Ποια είναι η μεγαλύτερη αποτυχία μας στην Κύπρο; Μάλλον θα καταλήξουμε διαχρονικά ότι είναι η μη επίλυση του Κυπριακού. Αυτό το κουβαλάμε όλοι μας σαν βαρίδι, με αποτέλεσμα να αναγνωρίζουμε και να παραδεχόμαστε κατά βάθος ότι δεν είμαστε ούτε σοφοί, ούτε καν καλοί άνθρωποι. «Οι καλοί άνθρωποι», λέει ένα ρητό, «είναι καλοί γιατί κατάφεραν να γίνουν σοφοί μέσα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες». Αυτό που σίγουρα δεν μας λείπει είναι οι πολλές και αποτυχημένες προσπάθειες. Δεν γίναμε όμως ποτέ σοφοί, γιατί δεν μάθαμε, με αποτέλεσμα να είμαστε αιωνίως losers.

Η προσέγγιση αυτή δεν ισχύει μόνο για τους Ε/Κ αλλά και για τους Τ/Κ. Ένας λαός είμαστε και δυστυχώς τις ίδιες γονιδιακές μεταλλάξεις κουβαλούμε μέσα μας, αν βασιστούμε και στις μελέτες του καθηγητή Κωνσταντίνου Δέλτα. Έχουμε ως λαός ταυτισθεί με την αποτυχία, γι’ αυτό και είμαστε απαισιόδοξοι, μεμψίμοιροι και διαχρονικά απογοητευμένοι.


Δεκαετία του 1960


Οι Ελληνοκύπριοι απογοητεύτηκαν από τις συνθήκες της Ζυρίχης - Λονδίνου. Δεν πέτυχαν την Ένωση με την Ελλάδα, έτσι επιχείρησαν να τις αναθεωρήσουν το 1963. Η κίνηση αυτή έκλεισε τους Τ/Κ σε θύλακες που δεν ξεπερνούσαν το 4,7% του εδάφους της χώρας, χωρίς νερό και ρεύμα και κυρίως τους εξάρτησε πλήρως από την οικονομική βοήθεια και την προπαγάνδα της Τουρκίας. Την ίδια στιγμή ο εγκλεισμός των Τ/Κ ανέδειξε εθνικιστές, όπως ο Ραούφ Ντενκτάς, με αποτέλεσμα το 1964 να επιτελεσθεί η πρώτη διχοτόμηση της Κύπρου. Όχι τόσο επί του εδάφους, αλλά στα μυαλά των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι οριστικά και αμετάκλητα σταμάτησαν να εμπιστεύονται τους Ε/Κ και την προοπτική συνύπαρξης σε ένα κράτος. Οι Ε/Κ που δεν έμαθαν από αυτή την αποτυχία -αφού απέρριψαν διαδοχικές προσπάθειες των Τ/Κ να επανενσωματωθούν στην Κυπριακή Δημοκρατία- επιμένοντας στην ατόφια Ένωση, μπήκαν στη συνέχεια σε μια ηλίθια εμφύλια διαμάχη με κερασάκι στην τούρτα το ανεγκέφαλο και προδοτικό πραξικόπημα της χούντας, δίνοντας δικαίωμα στην Τουρκία να διχοτομήσει  de facto την Κύπρο.  


Μετά την εισβολή


Μετά την εισβολή ήρθε η σειρά των Τ/Κ.  Αντιμετώπισαν την Τουρκία ως σωτήρα και ως ειρηνοποιό, άρπαξαν τα σπίτια των Ε/Κ και προχώρησαν το 1983 στην ανακήρυξη «κράτους» πιστεύοντας ότι θα πετύχαιναν διεθνή αναγνώριση. Απέτυχαν παταγωδώς. Όχι μόνο γιατί η διεθνής κοινότητα τους έφτυσε, αλλά διότι και η Τουρκία έδειξε μέσω της πολιτικής της ότι όχι μόνο δεν επιθυμούσε την αυτονόμησή τους αλλά τους ήθελε ως στρατηγικό όπλο για να επιβάλει με αξιοπιστία τη γεωπολιτική της στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στη συνέχεια οι απογοητεύσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, που παρέμειναν πολιτικά στάσιμες, λειτούργησαν ως αλληλοεπιδιδόμενα ιστορικά φάσκελα. 

·        Οι Ελληνοκύπριοι πέτυχαν το 2004 την ένταξή τους στην Ευρώπη πιστεύοντας ότι θα ενδυναμωθούν πολιτικά αλλάζοντας τις παραμέτρους λύσης στο Κυπριακό. Απέτυχαν πλήρως. Είπαν επιπλέον «Όχι» στο δημοψήφισμα για λύση διότι πίστευαν ότι με τη λύση η πλούσια κοινότητά τους θα επιβαρυνόταν με τη συντήρηση των Τ/Κ οι οποίοι θα ήταν βαρίδι για περαιτέρω ανάπτυξη. Τελικά η ευμάρειά τους αποδείχθηκε εύθραυστη, επιβιώνοντας σήμερα μέσω της ελεημοσύνης της τρόικας.
·        Οι Τ/Κ από την άλλη πίστευαν ότι εξαιτίας του «Όχι» των Ε/Κ θα αποκτούσαν επιτέλους αναγνώριση, εξαναγκάζοντας τους Ε/Κ είτε να αποδεχθούν μια λύση, είτε να αποκτήσουν το δικαίωμα να κινηθούν αυτόνομα. Απέτυχαν οικτρά, γιατί πρώτη και καλύτερη η Τουρκία έδειξε απέναντί τους πολύ πιο έντονες τάσεις κηδεμόνευσης, επιχειρώντας να τους επιβάλει τον μουσουλμανικό τρόπο ζωής σε συνδυασμό με ένα τουρκικής εμπνεύσεως οικονομικό μνημόνιο που προκάλεσε έντονο αναβρασμό.


Διαχρονικά



Συγκεφαλαιώνοντας θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει από το 1960 έως σήμερα, ότι:
α) Απέτυχε το ενιαίο κράτος, β) απέτυχε ο αγώνας των Ε/Κ για Ένωση και απέτυχε ο αγώνας των Τουρκοκυπρίων για διχοτόμηση, γ) απέτυχε το ψευδοκράτος των Τ/Κ, δ) κατέρρευσε και το οικονομικό μοντέλο που έκτισαν οι Ε/Κ μετά το 1974 θεωρώντας ότι μέσω της οικονομίας θα πετύχουν ανατροπές, ε) απέτυχε η Ελλάδα οικονομικά και πολιτικά σκοτώνοντας τη μεγάλη ιδέα ενός λαμπρού ελληνικού έθνους με δύο κρατικές οντότητες. Κυρίως όμως απέτυχε η Τουρκία η οποία επιχειρεί εδώ και 5 δεκαετίες να επιβάλει μια επικυριαρχία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η αξιολόγηση του παρόντος λέει ότι η Τουρκία είναι μια χώρα που δεν μπορεί να προχωρήσει πουθενά γιατί της λείπει ένα αναγκαίο πιστοποιητικό. Δεν διαθέτει πολιτική αξιοπιστία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προχωρήσει στην υλοποίηση μιας πολιτικής αναβάθμισής της ούτε προς ανατολάς ούτε προς δυσμάς. Αν ο Ερντογάν έδωσε στις αρχές του αιώνα τη μάχη για μια μεγάλη Τουρκία και εν πολλοίς κατάφερε να πετύχει μια νέα σύνθεση, τα τελευταία 3 χρόνια η αλαζονεία του κατέστρεψε την προοπτική που είχε, οδηγώντας την ξανά σε θεσμική αστάθεια και απροσδιόριστο πολιτικό μέλλον.


Τι πρέπει να μάθουμε;



Το ξανάγραψα και επιμένω σε αυτό: Οι Τ/Κ είναι ίσως περισσότερο ευεπίφοροι στα μαθήματα της Ιστορίας. Προσαρμόζονται γρηγορότερα -ίσως λόγω μεγέθους, ίσως λόγω παιδείας- μαθαίνοντας από τις αποτυχίες τους:
Μέσα από πρόσφατες διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις έστειλαν παράλληλα και παράπλευρα μηνύματα που προσδίδουν στην ψήφο τους αν μη τι άλλο αξιοπιστία. Έδιωξαν εθνικιστές δημάρχους, εκλέγοντας π.χ. τον Χαρμαντζί στη Λευκωσία, εκπαραθύρωσαν τον Έρογλου και κυρίως με ποσοστό άνω του 60% εξέλεξαν το αουτσάιντερ στις τελευταίες εκλογές. Τι μήνυμα άραγε μας στέλνουν διά της εκλογής Ακιντζί; Μήπως ότι οι ίδιοι πήραν το μάθημά τους, ότι το βόλεμα από την κατοχή τέλειωσε και ότι διά της ψήφου τους τελειώνουν και τις δικές μας ιαχές υπέρ βωμών, εστιών και ηχηρών «Όχι»; 

Τι μήνυμα άραγε πρέπει να πάρουμε από αυτή την έκρηξη κυπριωτισμού των Τ/Κ τον οποίο οι ίδιοι εκλαμβάνουν ως αντίσταση κατά της Τουρκίας η οποία επιχειρεί να τους απορροφήσει πολιτικά και πολιτισμικά;

Από την πλευρά τους και οι Ελληνοκύπριοι -κυρίως μέσα από την οικονομική κρίση- φαίνεται να έχουν πάρει αρκετά μαθήματα. Σήμερα, για παράδειγμα, δεν βλέπουν τη λύση ως δυσβάστακτο οικονομικό βάρος, αλλά ως προοπτική για έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια. Μένει ακόμα να κατανοήσουν ότι ο εθνικιστικός λόγος κάποιων δήθεν πατριωτών πολιτικών τους είναι κάλπικος και ψευδεπίγραφος, εμπεδώνοντας τη ρήση ότι το τελευταίο καταφύγιο του κάθε απατεώνα είναι ο πατριωτισμός. 

    
Η ομοσπονδία



Εν κατακλείδι, εάν συμπυκνώσει κανείς τις αποτυχίες μας κι αν θεωρητικά πιστέψει ότι επιτέλους συγκατένευσαν οι καιροί ώστε να μάθουμε κάτι από την Ιστορία μας, ίσως καταλήξει στο συμπέρασμα ότι έφτασε η στιγμή της λύσης του Κυπριακού. Αν εξετάσει επιπλέον τα πάθη και τα παθήματα των μαξιμαλισμών και της αλαζονείας μας, ίσως φτάσει στο συμπέρασμα ότι η λύση ομοσπονδίας είναι ό,τι καλύτερο έχουμε μπροστά μας αυτή τη στιγμή. Πρόκειται για μια λύση η οποία θα αναγνωρίσει έμπρακτα τα εκατέρωθεν λάθη των δύο κοινοτήτων, αφού διά της ψήφου τους οι Ε/Κ και οι Τ/Κ θα αποκαταστήσουν τα δικαιώματα που καταπάτησαν οι Ε/Κ το 1964 και οι Τ/Κ το 1974. Ίσως έφτασε η στιγμή, επιμένω, εμείς οι αιωνίως losers  -αν μάθαμε κάτι από την Ιστορία μας- να την ξαναγράψουμε. Αυτή τη φορά όχι με αίμα, αλλά με χαρτί και καλαμάρι. Διατυπώνοντας από κοινού ένα νέο δημοκρατικό Σύνταγμα και σφίγγοντας εγκάρδια ο ένας το χέρι του άλλου.